Αποτελώντας από το 1934 ομοσπονδιακή φυλακή, το Αλκατράζ βρίσκεται σε ένα μικρό νησί μόλις 1,25 μίλια (2,01 χλμ.) ανοιχτά του Σαν Φρανσίσκο, στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ.
Τα ισχυρά ρεύματα γύρω από το νησί και οι χαμηλές θερμοκρασίες του νερού καθιστούσαν την απόδραση σχεδόν αδύνατη, αν και κατά τη διάρκεια των 29 ετών που λειτούργησε η ομοσπονδιακή φυλακή, 36 άνδρες συμμετείχαν σε 14 ξεχωριστές απόπειρες απόδρασης. Είκοσι τρεις συνελήφθησαν, έξι πυροβολήθηκαν και σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της απόδρασης και δύο πνίγηκαν.
Η πρώτη αναφορά για το Αλκατράζ έγινε το 1775, από τον Ισπανό αξιωματικό του ναυτικού και εξερευνητή Χουάν Μανουέλ ντε Αγιάλα, ο οποίος χαρτογράφησε τον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο. Ο Αγιάλα ονόμασε το νησί ως «La Isla de los Alcatraces», δηλαδή το «Νησί των πελεκάνων».
Για περισσότερα από ογδόντα χρόνια, λόγω της στρατηγικής του θέσης, το νησί είχε μετατραπεί σε οχυρό, αν και σταδιακά, ήδη από το 1909, άρχισε να δέχεται στρατιωτικούς κρατουμένους, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν για την ανέγερση μιας νέας στρατιωτικής φυλακής, που έχει μείνει στην ιστορία ως «Ο Βράχος».
Τελικά, στις 12 Οκτωβρίου του 1933, το Αλκατράζ πέρασε στη δικαιοδοσία του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης και μετατράπηκε επίσημα σε ομοσπονδιακή φυλακή υψίστης ασφαλείας, με τους πρώτους κατάδικους να φτάνουν στις 11 Αυγούστου 1934.
Κάθε κελί στο μπλοκ Β και Γ είχε μήκος 5 πόδια (1,5 μέτρα) επί 9 πόδια (2,75 μέτρα), ενώ διέθετε ένα μικρό νεροχύτη με τρεχούμενο κρύο νερό, ένα μικρό κρεβάτι ύπνου και μια τουαλέτα.
Τα κελιά στην πτέρυγα Δ ήταν πιο ευρύχωρα, αλλά εξακολουθούσαν να είναι τα λιγότερο δημοφιλή, καθώς οι κρατούμενοι εκεί ήταν κλεισμένοι στα κελιά τους 24 ώρες την ημέρα, με εξαίρεση μία επίσκεψη την εβδομάδα στην αυλή.
Συνολικά, το Αλκατράζ είχε 336 κελιά στο μπλοκ Β και Γ, 36 θαλάμους απομόνωσης και δυο τουαλέτες για το προσωπικό φύλαξης.
Τα κελιά στο μπλοκ Α χρησιμοποιήθηκαν λίγες φορές για βραχυπρόθεσμες περιόδους εγκλεισμού, όταν ένας κρατούμενος χρειαζόταν να απομονωθεί πλήρως από τους άλλους κρατούμενους. Τα αρχεία αναφέρουν ότι οι Κλάρενς Καρνς, Σαμ Σόκλεϊ και ο Μίραν Τόμσον, οι οποίοι ενεπλάκησαν στην ανεπιτυχή προσπάθεια απόδρασης, που έμεινε γνωστή ως «Μάχη του Αλκατράζ», φυλακίστηκαν στον μπλοκ Α.
Το κοινό θέμα που εξέφρασαν οι περισσότεροι κρατούμενοι ήταν ο κανόνας της σιωπής, ο οποίος καταργήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Τα προηγούμενα χρόνια, οι κρατούμενοι δεν επιτρεπόταν να μιλούν μεταξύ τους παρά μόνο κατά τη διάρκεια των γευμάτων και των περιόδων που προαυλίζονταν. Παρόλα αυτά, ορισμένοι κρατούμενοι συνήθιζαν να αδειάζουν το νερό από τις τουαλέτες τους και να δημιουργούν ένα πρωτόγονο σύστημα επικοινωνίας μέσω των σωληνώσεων.
Η πιο διαβόητη φυλακή στην αμερικανική ιστορία έκλεισε οριστικά τις πύλες της το 1963.
Οι «διάσημοι» τρόφιμοι της φυλακής
Κατά συντριπτική πλειοψηφία, οι τρόφιμοι που κρατούνταν στο Αλκατράζ δεν ήταν γνωστοί, με εξαίρεση, ωστόσο, τον διαβόητο Αλ Καπόνε, τον Τζορτζ Κέλι Μπαρνς, γνωστό ως «Machine-Gun», τον Άλβιν Κάρπις, τον Άρθουρ «Ντοκ» Μπάρκερ και τον Ρόμπερτ Στράουντ, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως «Birdman of Alcatraz».
Για τον διαβόητο μαφιόζο, Αλ Καπόνε, η φυλάκιση δεν ήταν κάτι σπάνιο ή δύσκολο, καθώς είχε φιλοξενηθεί σε διάφορα σωφρονιστικά ιδρύματα, αρκετά εκ των οποίων είχε καταφέρει να… «δωροδοκήσει» για να απολαμβάνει ειδικά προνόμια, από σπιτικά γεύματα και άνετα κρεβάτια μέχρι απεριόριστη επικοινωνία με τον διευθυντή.
Όλα αυτά σταμάτησαν όταν ο Καπόνε έφτασε στο Αλκατράζ, το 1934, όπου και παρέμεινε για τέσσερα χρόνια. Ο Καπόνε στερήθηκε τις συνήθεις πολυτελείς ανέσεις του και δεν ήταν πλέον προστατευμένος από τη βία και το χάος της ζωής στη φυλακή. Παρόλα αυτά, καθ’ όλη την περίοδο κράτησής του στον «Βράχο» ασχολήθηκε με τη μουσική και ίδρυσε την μπάντα της φυλακής.
Όταν ο Ρόμπερτ Στράουντ μεταφέρθηκε στο Αλκατράζ το 1942, είχε ήδη καθιερωθεί ως ένας από τους πιο επικίνδυνους – και διαβόητους – κρατούμενους στην Αμερική, με ποινικό μητρώο δεκαετιών.
Το 1909, όταν καταδικάστηκε για φόνο και φυλακίστηκε στην Πολιτεία της Ουάσινγκτον. Το 1916, μαχαίρωσε μέχρι θανάτου έναν δεσμοφύλακα μπροστά σε 1.100 κρατούμενους και καταδικάστηκε σε θάνατο, ποινή που μετατράπηκε από τον τότε πρόεδρο Γούντροου Γουίλσον σε ισόβια κάθειρξη χωρίς αναστολή. Το 1942, ο Στράουντ μεταφέρθηκε στο Αλκατράζ, όπου πέρασε τα επόμενα δεκαεπτά χρόνια, έξι εκ των οποίων σε απομόνωση και έντεκα χρόνια στο νοσοκομείο της φυλακής.
Τον Φεβρουάριο του 1963 ο Στράουντ συνάντησε τον ηθοποιό Μπερτ Λάνκαστερ, ο οποίος τον υποδύθηκε στην ταινία «The Birdman of Alcatraz», την οποία ο βαρυποινίτης δεν πρόλαβε ποτέ να δει την ταινία. Κατά τη συνομιλία τους, ο Στράουν μοιράστηκε με τον σπουδαίο ηθοποιό ότι ένα από τα προβλήματα που εμπόδιζαν την αναστολή, ακόμη και σε μεγάλη ηλικία, ότι ήταν το γεγονός ότι ήταν ομοφυλόφιλος.
Ο Άλβιν Κάρπις, αρχηγός της διαβόητης συμμορίας «Μπάρκερ-Κάρπις», μιας από τις πιο στυγνές διαβόητες εγκληματικές συμμορίες των ΗΠΑ, υπήρξε ο μακροβιότερος κρατούμενος του Αλκατράζ, ο οποίος εξέτισε την ποινή του αλλού μόλις έκλεισε η φυλακή. Με το παρατσούκλι «Ανατριχιαστικός», εξ αιτίας του χαμόγελού του, ο Κάρπις είχε εμπλακεί σε ληστείες τραπεζών, αλλά και απαγωγή αρκετών πλούσιων Αμερικανών, ζητώντας εκατομμύρια δολάρια ως λύτρα.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ