Με το δεύτερο μέρος της κατάθεσης του Μάνου Δασκαλάκη συνεχίζεται σήμερα Τετάρτη (15/2) η δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου, η οποία κατηγορείται για τη δολοφονία της πρωτότοκης κόρης της Τζωρτζίνας και για απόπειρα δολοφονίας, η οποία προηγήθηκε.
Ο εν διαστάσεις σύντροφος της κατηγορουμένης να προσέλθει και σήμερα (15/2) ενώπιον της έδρας προκειμένου να καταθέσει όσα γνωρίζει για την υπόθεση και επιπλέον να απαντήσει σε ερωτήσεις των συνηγόρων.
Υπενθυμίζεται πως ο Μάνος Δασκαλάκης έχει από την πρώτη στιγμή δηλώσει παράσταση υποστήριξης της κατηγορίας. Στρέφεται, δηλαδή, ενάντια στην εν διαστάσει σύζυγό του.
Υπό αυτές τις συνθήκες αναμένεται έντονη αντιπαράθεση με τον συνήγορο της Ρούλας Πισπιρίγκου, Αλέξη Κούγια, ο οποίος, πάντως, εξαρχής επιχείρησε να υποβαθμίσει τη μαρτυρία του.
Δεν θεωρεί ότι είναι από τους βασικούς μάρτυρες, με δεδομένο πως δεν ήταν παρών την ώρα που η Ρούλα Πισπιρίγκου φέρεται πως τέλεσε τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται.
Μετά το τέλος της κατάθεσης του Μάνου Δασκαλάκη αναμένεται να πάρουν σειρά οι γιατροί των τεσσάρων νοσοκομείων, στα οποία νοσηλεύτηκε η Τζωρτζίνα.
Τι είπε στην προηγούμενη κατάθεσή του
ο πατέρας των τριών νεκρών παιδιών από την Πάτρα τόνισε ότι η Ρούλα Πισπιρίγκου ακόμη και όταν συνελήφθη και προφυλακίστηκε για τον θάνατο της 9χρονης Τζωρτζίνας καλούσε συγγενικό του πρόσωπο, προκειμένου να μάθει το πού βρίσκεται.
Ο Μάνος Δασκαλάκης αναφέρθηκε εκτενώς για την εισαγωγή της Τζωρτζίνας στο νοσοκομείο, αλλά και την ημέρα που κατέληξε.
«Την επόμενη ημέρα που είχαμε ραντεβού με τους δικηγόρους για το διαζύγιο και με ενημέρωσε η κατηγορουμένη ότι το παιδί έχει μια “βόμβα” στη πλάτη και πως έχει σπασμούς. Μου είπε ότι της ζήτησε το ίδιο το παιδί να πάει στο νοσοκομείο. Επισκέφτηκα το παιδί στο νοσοκομείο και οτιδήποτε τη ρωτούσα κοίταζε τη μητέρα της.
Με τη Τζωρτζίνα είχα ιδιαίτερη σχέση, είχε τεράστια αδυναμία σε εμένα. Δεν υπήρχε περίπτωση να μη με πάρει αγκαλιά να μη μου πει “μπαμπά μου”. Ποτέ.
Το παιδί ήταν ψυχολογικά πεσμένο, όντως έπεφτε το οξυγόνο. Σε καμία περίπτωση οι γιατροί δεν μας είπαν ότι όλο αυτό μπορεί να δημιουργήσει ανακοπή […] Το μεσημέρι δέχομαι τηλέφωνο από κατηγορουμένη η οποία μου είπε: “Τρέξε γρήγορα έπαθε ανακοπή”.
[…] Το παιδί επανήλθε όντας τετραπληγικό. Βάλαμε μετά απινιδωτη στο Ωνάσειο και πήγαμε στο σπίτι. Σαν μάνα – και θα το τονίσω- αυτό που έδειχνε προς όλους ήταν υπόδειγμα. Δεν άφηνε τα παιδιά απεριποίητα ποτέ. Ήταν συνέχεια πάνω τους, καταπάνω τους. Γυρίσαμε στο σπίτι μετά τη ΜΕΘ και μιλήσαμε και είπαμε ότι θα είμαστε από κοινού μαζί μόνο για το καλό του παιδιού μας.
Στις 15 Ιανουαρίου 2022 της ανακοινώνω ότι καλύτερα είναι να είμαστε χωριστά και για το καλό του παιδιού ενωμένοι, παρά να μένουμε στο ίδιο σπίτι και να κοροϊδευόμαστε», είπε.
«Στο ένα από αυτά τα επεισόδια ήμουν μπροστά»
Παράλληλα, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ήταν μπροστά σε ένα από τα επιληπτικά περιστατικά της Τζωρτζίνας.
«Το παιδί επικοινωνούσε και καταλάβαινε τα πάντα, γέλαγε με όλα τα αστεία, έβλεπε τηλεόραση. Στο Αγλαΐα Κυριακού το παιδί κατάπεσε τελείως.
Ειδικά την τελευταία μέρα δεν μπορούσε να ανοίξει τα μάτια του καθόλου.
Στις 29 του μήνα και καθώς είχα προγραμματίσει να ανέβω στην Αθήνα να τη δω, ήμουν στο λεωφορείο στη περιοχή του Κιάτου και με πήρε τηλέφωνο η κατηγορουμένη και μου είπε ότι “είναι οι γιατροί μέσα και προσπαθούν να επαναφέρουν το παιδί”.
[…] Η κατηγορουμένη δεν μου είχε δώσει το παραμικρό δικαίωμα ότι μπορεί να είχε κάνει κάτι στα παιδιά μου και έχοντας δυο ιατροδικαστικές στα χέρια μας δεν μπορούσε να μου περάσει ποτέ από το μυαλό», πρόσθεσε.
Κληθείς να σχολιάσει τη στήριξη που της παρείχε μέχρι και την ημέρα της σύλληψής της σημείωσε:
«Τη στήριξα μέχρι και την ημέρα της σύλληψής της. Όταν άρχισαν τα κανάλια, η κατηγορουμένη ήταν συνεχώς στα τηλέφωνα με δημοσιογράφους.
Ρώταγε συνεχώς έναν συγκεκριμένο αν έχει επαφές με τον κ. Χασιώτη, αν ο κ. Μπουζιάνης του έχει πει τίποτα και πότε θα βγουν τα αποτέλεσμα των τοξικολογικών.[…]
Ο πατέρας μου καθ’ όλη τη διάρκεια ήταν δίπλα της. Ένα απόγευμα του είπε επιθετικά: “Για να μη με κατηγορήσουν θα τον πάρω μαζί μου, δεν θα το αφήσω έτσι να το ξέρετε”.
Έκανε και ένα άλλο τηλεφώνημα.
Πήρε τηλέφωνο τη θεία μου στην Αθήνα και της λέει “πείτε του να πάρει τον Κούγια, εγώ θα πράξω αλλιώς”.
Όλο το διάστημα που εγώ τη στήριζα αυτή απειλούσε συγγενείς μου, χωρίς να το ξέρω, και μέσα από τις φυλακές επικοινωνούσε με την θεία μου και ρώταγε “τι κάνει ο Μάνος και που είναι ο Μάνος” αντί να ψάξει από τι πέθαναν τα παιδιά μας».
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ