«Τίποτε στη ζωή δεν είναι εύκολο, όταν ξεκινάς, όχι από το μηδέν, αλλά από το μείον…», λένε και η ζωή του Δημήτρη Μελισσανίδη θα μπορούσε να θεωρηθεί από πολλούς ότι το επιβεβαιώνει.
Ο πατέρας του, Γιώργος ή Ζώρας Μελισσανίδης, εγκατέλειψε το 1938 την εστία του στον Καύκασο και βρέθηκε στην Κοκκινιά.
Ο γιος του πάλι, έκανε στέκι του τις λαϊκές γειτονιές του Κορυδαλλού αλλά και της Κοκκινιάς με τις αλάνες και τις αυλές γεμάτες λουλούδια.
Η αρχή στην ανοδική του πορεία έγινε με τη δημιουργία της δικής του σχολής οδηγών που στη συνέχεια εξαπλώθηκε σε διάφορες περιοχές της Αθήνας και από εκεί βρέθηκε στον… Ωκεανό.
«Ο πατέρας μου ήταν Πόντιος και αριστερός. Αυτό, για την εποχή εκείνη ήταν αρκετό ώστε να μην προσανατολίζεται κανείς και να μην ελπίζει στο δημόσιο.
Εν πάσει περιπτώσει, το δημόσιο δεν το σκέφτηκα ποτέ ως λύση για μένα.
Πάντα μου άρεσε ο ανταγωνισμός, η αίσθηση ότι θα αγωνιστείς στην ελεύθερη αγορά, θα σκεφθείς, θα επινοήσεις τις λύσεις που δεν έχει επινοήσει ο άλλος και θα νικήσεις.
Αυτό έκανα στη σχολή οδηγών, που ήταν η πρώτη μόνιμη επαγγελματική μου απασχόληση, αυτό έκανα και αργότερα, όταν ασχολήθηκα με τη ναυτιλία και τα πετρέλαια.
Η σχέση που είχα πάντα με τη δουλειά μου, ό,τι δουλειά και να έκανα, δεν ήταν σχέση διεκπεραίωσης και απλής διαχείρισης.
Πάντα ήθελα να επιλέγω την καινοτομία, μ’ άρεσαν αυτό που λέμε οι “μπροστινές κινήσεις”. Πρέπει να έχεις μια, ας πούμε, “ερωτική” σχέση με τη δουλειά που κάνεις.
Η δημιουργία, η πρωτοπορία, να σκεφθείς και να εφαρμόσεις κάτι καινοτόμο και πρωτοποριακό πριν από τον άλλον, είναι μερικά από τα στοιχεία, από τα λεγόμενα “μυστικά” της επιτυχίας.
Πάντα στη ζωή μου προσπαθούσα να πετύχω εκείνο που δεν είχαν καταφέρει οι άλλοι», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Επίκαιρα» και τον δημοσιογράφο Δημήτρη Ανδριόπουλο.
Λίγα χρόνια μετά το «εκπαιδευτικό» μίνι κούπερ που είχε για τους μαθητές του, το 2015, συμπεριλήφθηκε στη λίστα του Forbes με τους 500 πιο πλούσιους ανθρώπους του κόσμου, με περιουσία 3,4 δισεκατομμύρια δολάρια.
Άλλη μία λίστα που είχε κατακτήσει ωστόσο ήταν και αυτή με τους 100 κορυφαίους επιχειρηματίες της ναυτιλίας από τη Lloyd’s (2013).
Παλάτια, εμίρηδες και βίλες εκπροσώπων του επιχειρηματικού και πετρελαϊκού λόμπι ήταν λίγα από τα μέρη που βρέθηκε στη ζωή του έχοντας ως διαβατήριο τη μητρική εταιρεία Aegean Marine Petroleum και όχι μόνο αυτή.
Περισσότερα από 70 δεξαμενόπλοια, σταθμοί ανεφοδιασμού πλοίων με καύσιμα από την Καραϊβική μέχρι το Γιβραλτάρ, η Aegean Oil με τα 700 πρατήρια βενζίνης εντός ελλαδικού χώρου και με το μερίδιο του 11% της αγοράς ήταν μερικά από τα κατορθώματά του.
Η ζωή του όμως, δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα και όταν πρωτοξεκίνησε να δραστηριοποιείται στον χώρο των πετρελαιοειδών και των καυσίμων, δεν ξεχνούσε να λέει «χτυπήθηκα επτά φορές, για να σηκωθώ οκτώ».
Στην ερώτηση όμως «ποια είναι η μεγαλύτερη επιτυχία σας;», εκείνος δεν υπολογίζει τα χρήματα ή τα υλικά αγαθά και απαντά...«η οικογένειά μου, η σύζυγός μου Τζένη και ο γιος μας, Γιώργος».
View this post on Instagram
Πλέον όμως, στη ζωή του έχει να γιορτάσει και άλλα πράγματα καθώς, όντας ανήσυχο πνεύμα, έθεσε τον εαυτό του στα γήπεδα και στην ομάδα της ΑΕΚ και τώρα ετοιμάζεται να γιορτάσει το πρώτο Πρωτάθλημα της ομάδας στο γήπεδο που από σκέψη απέκτησε σάρκα και οστά, τα εγκαίνια της OPAP Arena, αλλά και τον γάμο του γιου του.
Τη Δευτέρα (08/05) μάλιστα, βρέθηκε πίσω από το Τιμόνι και μετέφερε ο ίδιος τους παίκτες της ΑΕΚ από το Αεροδρόμιο στην OPAP Arena.
Το γήπεδο είχαν ήδη γεμίσει χιλιάδες οπαδοί και εκείνος τους επιβράβευσε, χορεύοντας ακόμα και ποντιακά.
Έτσι, θέλησε να εγκαινιάσει το όνειρό του, τιμώντας τις ποντιακές του καταβολές και τους γονείς του, Ζώρα και Βέρα.
Η ιστορία της Οικογένειας Μελισσανίδη
Με καταγωγή από την Τραπεζούντα και έχοντας υποστεί ήδη τέσσερις φορές διωγμούς, η οικογένεια του πατέρα του, Ζώρα Μελισσανίδη, έφτασε στην Ελλάδα το 1937.
Εκείνος οργανώνεται στην Εθνική Αντίσταση κατά των Γερμανών, συλλαμβάνεται και έπειτα αφήνεται ελεύθερος να συνεχίσει τη δράση του, για την οποία μάλιστα το επίσημο ελληνικό κράτος τον επιβράβευσε με αναμνηστικό δίπλωμα και μετάλλιο.
Μετά την Απελεύθερωση, όντας πλέον ως στιγματισμένος κομμουνιστής, γνώρισε τη φυλακή και την εξορία στην Τρίπολη αλλά όταν απελευθερώθηκε, κατέληξε στη Νίκαια και την Κοκκινιά.
Εκεί γνωρίζει τον μεγάλο έρωτα της ζωής του, τη Βέρα και αποκτούν τρία παιδια, τον Δημήτρη, την Όλγα και τον Ιάκωβο.
Όντας και εκείνος ανήσυχο πνεύμα, όπως ο γιος του, έμαθε να παίζει λύρα και στα 16 του χρόνια, πήρε άδεια οδηγού φορτηγού αυτοκινήτου, ενώ με το μουσικό όργανο της καρδιάς του και παίζοντας σε γάμους και βαπτίσεις, έβγαλε τα πρώτα του χρήματα.
Όταν έχασε τη σύντροφο της ζωής του και μητέρα των παιδιών του, πούλησε το σπίτι τους και με τα χρήματα, έχτισε στη μνήμη της έναν ξενώνα στην Παναγία Σουμελά, παρά τις αντιρρήσεις της μονής και των στελεχών του ιδρύματος να μην διαθέσει όλα του τα υπάρχοντα.
Τα καλοκαίρια του, τα περνούσε στις πλαγιές του Βερμίου, στον ξενώνα, που έχτισε και συνήθιζε να γνωρίζει ανθρώπους κάθε λογής.
Το νήμα της ζωής του, που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με οικονομική ενίσχυση πολιτιστικών σωματείων, που στηρίζουν την παράδοση, κόπηκε στις 14 Μαΐου του 2002 στα σκαλιά του Ασκληπιείου Βούλας, όταν πήγαινε να συναντήσει τον φίλο του, Βαγγέλη Ασλανίδη.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ