Σε μια συγκλονιστική περιγραφή και εξομολόγηση προχώρησε, μιλώντας στο ρ/σ Metropolis 95,5 ο αντισμήναρχος Κώστας Παπακωνσταντίνου, επιβάτης του «μοιραίου« Intecity 62 που την περασμένη Τρίτη συγκρούστηκε με εμπορική αμαξοστοιχία, στο δυστύχημα των Τεμπών που προκάλεσε τον θάνατο 57 ανθρώπων και τον τραυματισμό δεκάδων ακόμη.
Μέσα στους τραυματίες – ευτυχώς όχι πολύ σοβαρά- ήταν και ο αντισμήναρχος που ταξίδευε από την Αθήνα προς τη Θεσσαλονίκη και περιγράφει πώς βίωσε το απίστευτο τροχαίο.
«Εκείνο το βράδυ μετά από αρκετές καθυστερήσεις μέσα φαίνονταν όλα καλά, υπήρχαν παράπονα βέβαια από επιβάτες. Η σύγκρουση των τρένων είχε πάρα πολλές ομοιότητες με μια πρόσκρουση ελικοπτέρου βράδυ στη θάλασσα. Επικράτησε απόλυτο σκοτάδι, με χτυπήματα σε όλα τα επίπεδα, καπνοί, θραύσματα, δεν ήξερες πού είναι το κάτω, το πάνω, το αριστερά και το δεξιά.
Στο τέταρτο βαγόνι το μόνο που μου ήρθε στο μυαλό ήταν ότι χρειάζομαι ένα σταθερό σημείο. Είχα χάσει τον προσανατολισμό, είχα ένα τραπεζάκι και το αγκάλιασα σαν να αγκάλιαζα για τελευταία φορά τη γυναίκα μου. Για να μη φύγω στο ταβάνι το έκανα, ήταν τέτοια η σφοδρότητα της σύγκρουσης, το τραπεζάκι με κράτησε. Το πλήρωσα με τα πλευρά μου, αλλά με κράτησε.
Το βαγόνι έμεινε σε κλίση. Πηδήξαμε έξω από το βαγόνι. Μόλις βγήκα έξω είδα κατευθείαν τις φλόγες και το μόνο που σκέφτηκα είναι ότι δεν μπορεί να συμβαίνει τέτοια πυρκαγιά στο τρένο. ήταν κόλαση. Είχα χτυπήσει στο πίσω μέρος του κεφαλιού.
Μόλις βγήκαμε έξω και είδα τις φλόγες είπα στα παιδιά ότι δεν είναι φυσιολογικό αυτό,. Πιθανολογούσα ότι κάτι θα εκραγεί και φώναξα να απομακρυνθούν όλοι. Τα μάτια μου εστίασαν σε φώτα μακρύτερα. Τους ενημέρωσα ότι εκεί κοντά θα βρούμε σίγουρα βοήθεια. Ο Έλληνας πάντα βοηθάει τον Έλληνα στην ανάγκη. Γινόμαστε πάντα μια γροθιά. Τα παιδιά ήταν πιο νέα και είχαν παγώσει. Πίστευα ότι μπορούσα να περπατήσω για να ζητήσω βοήθεια. Ο καθένας έκανε ό,τι μπορούσε.
Έφυγα μόνος μου τελικά. Δεν ήξερα πού βρισκόμουν. Είχα έκρηξη αδρεναλίνης και έφτασα στον παραπόταμο του Πηνειού, έφτασα στο χωριό Ιτέα και έψαξα για ένα καρτοτηλέφωνο. Κάλεσα το 112 και ενημέρωσα για το ποιος είμαι. Δεν ήξερα όμως πού ήμουν!
Βγήκε ένας κύριος από το σπίτι του, άναψε το φως, ο Δημήτρης Κοντογιάννης, που είναι επιλοχίας και μου φέρθηκε σαν αδερφός. Ξέχασε ότι έχει μικρό παιδί στο σπίτι, τα παράτησε όλα, με πήρε στο αυτοκίνητο και με πήγε στο Κέντρο Υγείας στους Γόννους, με φρόντισαν, με αγκάλιασαν και με φρόντισαν ιδιαίτερα».
Ηταν τόσο πολλά τα τζάμια πάνω μου με έλουσαν με έραψαν και με φρόντισαν ψυχολογικά».
Ο κ. Παπακωνσταντίνου ολοκλήρωσε λέγοντας:
«Η ζωή μας οδηγεί ότι πρέπει να ξεπεράσουμε κάποια πράγματα και δεν γίνεται, όπως μένουν οι ουλές στο σώμα μένουν και στην ψυχή, οι ουλές σε κατευθύνουν και σου δίνουν ένα όραμα. Δεν το ξεχνάς ποτέ. Το θέμα είναι ότι πρέπει να παίρνεις μαθήματα και να τα μεταλαμπαδεύεις σαν δίδαγμα στην κοινωνία.
Είδα πολύ προσωπικό στο νοσοκομείο Λάρισας. Ήταν απίστευτο, κάναμε όλες τις απαιτούμενες εξετάσεις για να βεβαιωθούμε ότι είμαστε οκ και τα ξημερώματα διακομίστηκα στο 404».
Ακούστε όλη τη συνέντευξη:
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ