Τρίτη 29 Μαΐου 1453… Σαν να σταμάτησε ο χρόνος, λες και ράγισε η μέχρι τότε ιστορία του κόσμου, όπως είχε διαμορφωθεί με την παρουσία του Βυζαντίου για περισσότερα από χίλια χρόνια.
Το Βυζάντιο και το παγκόσμιο αποτύπωμά του σε όλους τους τομείς της ζωής του τότε κόσμου δεν υπάρχουν πλέον.
Οι Οθωμανοί καταλαμβάνουν την πόλη των πόλεων, τη Βασιλεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, την ομορφότερη πόλη της Γης.
Το σοκ είναι παγκόσμιο, ο χριστιανισμός βρίσκεται πληγωμένος, αν και βάδιζε διχασμένος μέχρι και την άλωση, οι Έλληνες προσπαθούν να συνέλθουν από αυτό που πίστευαν ότι δεν θα συμβεί ποτέ.
Η άλωση της Βασιλεύουσας μπήκε στις αναμνήσεις, στους θρήνους, στους θρύλους, στα γιατί, τα αν και τα πως των ανθρώπων, μέχρι και σήμερα. Γιατί καταλύθηκε η Βυζαντινή αυτοκρατορία, τι θα γινόταν αν το Βυζάντιο ήταν διαφορετικό εκείνα τα χρόνια και ο χριστιανισμός ενωμένος, αλλά και πως θα μπορούσε να μην είχε πατήσει πόδι Οθωμανού στην Κωνσταντινούπολη, να μην είχε καταστρέψει.
«Γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας με κοσμοϊστορική σημασία»
Συνέντευξη στον Χρήστο Νάσκα
Ο κύριος Γεώργιος Λεβενιώτης, Επίκουρος Καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, μίλησε στο mynews.gr για αυτό το κοσμοϊστορικό γεγονός, που αποτέλεσε το τέλος, αλλά και την αφετηρία πολύ σημαντικών εξελίξεων για τους επόμενους αιώνες.
Ο κ. Λεβενιώτης με τις πολύτιμες γνώσεις του μας πηγαίνει στο παρελθόν και μας βάζει στο κλίμα της εποχής. Στην κατάσταση που βρισκόταν το Βυζάντιο το 1453, μας δίνει το ιστορικό πλαίσιο των μαχών, τι στρατιωτικές δυνάμεις διέθεταν Βυζαντινοί και Οθωμανοί, ενώ αναφέρεται και στην άρνηση του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, να παραδώσει την Κωνσταντινούπολη και να προστατέψει παράλληλα τη σωματική του ακεραιότητα.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τοποθετήσεις του κ. Λεβενιώτη, Επίκουρου Καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, για τη διαμάχη που υπήρχε στους κόλπους της Εκκλησίας, αλλά και το σήμαινε η πτώση του Βυζαντίου και η κατάκτησή του από τους Οθωμανούς και τον Μωάμεθ Β΄.
* ΥΓ. Οφείλω ένα ευχαριστώ από καρδιάς στον κ. Λεβενιώτη που κάτω από δύσκολες συνθήκες και πίεση ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του mynews.gr να μας μιλήσει για την άλωση της Κωνσταντινούπολης.
- Πώς φτάσαμε στην άλωση της Κωνσταντινούπολης; Σε τι κατάσταση βρισκόταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία πριν την πολιορκία από τον Μωάμεθ Β΄;
«Λίγο πριν από την άλωση (Τρίτη 29 Μαΐου 1453) το Βυζάντιο αποτελούσε κατ’ όνομα αυτοκρατορία, καθώς ήλεγχε πλέον (πέραν της Κωνσταντινούπολης) μόνο ορισμένες μικρές πόλεις στη νοτιοανατολική Θράκη, λίγα νησιά στο βορειοδυτικό Αιγαίο και την Πελοπόννησο, από την οποία ωστόσο δεν μπορούσε να αναμένει σχεδόν τίποτε.
Από την άλλη πλευρά, το Οθωμανικό κράτος αποτελούσε μία δυναμική πολιτική οντότητα, η οποία ήλεγχε το μεγαλύτερο μέρος των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας. Το μόνο που του έλειπε ήταν η πλήρης ενοποίηση αυτών των περιφερειών με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης».
- Τι διέθεταν οι δύο πλευρές, Βυζαντινοί και Οθωμανοί σε στρατιωτικό επίπεδο;
«Όταν ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Κωνσταντίνος ΙΑ´ Δραγάσης Παλαιολόγος (1449-1453), πραγματοποίησε απογραφή των δυνάμεών του, λίγο πριν την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, κυριολεκτικά απελπίστηκε.
Είναι αμφιλεγόμενο, εάν είχε στη διάθεσή του το πολύ 5.000 Έλληνες και 2.000 ξένους (μισθοφόρους και μη) στρατιώτες καθώς και ελάχιστα πλοία. H Κωνσταντινούπολη δεν διέθετε τότε πάνω από 50.000 κατοίκους.
Το πλέον αξιόμαχο μέρος του στρατού του, στο οποίο βασίστηκε κυρίως η άμυνα, ήταν οι 700 σιδερόφρακτοι και εκπαιδευμένοι άνδρες που έφερε μαζί του λίγο πριν από τον αποκλεισμό ο Γενουάτης Giovanni Giustiniani Longo Λόγγο (Ιωάννης Ιουστινιάνης). Περίπου 200 τοξότες στρατολόγησε και απέστειλε και ο πάπας της Ρώμης με τον καρδινάλιο Ισίδωρο.
Ορισμένοι ακόμη Γενουάτες και Βενετοί πολέμησαν επίσης στο πλευρό των Ελλήνων (Ρωμαίων). Αυτό στο οποίο μπορούσε μόνο να ελπίζει ο Παλαιολόγος ήταν ουσιαστικά το χιλιετές χερσαίο τείχος της Κωνσταντινούπολης, μία επιβλητική τριπλή αμυντική γραμμή.
Ωστόσο, τα τείχη ήταν πολύ παλαιά, χρειάζονταν εκτεταμένες επισκευές και πολλούς στρατιώτες για να τα επανδρώσουν αποτελεσματικά (μαζί με τα θαλάσσια τείχη διέθεταν συνολικό μήκος περίπου 20 χλμ.), μέσα και παράγοντες που δεν υπήρχαν. Επίσης, η άλλη πλευρά διέθετε ισχυρό πυροβολικό, συνθήκη που άλλαζε εντελώς τα έως τότε δεδομένα.
Από την άλλη πλευρά, ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β (τουρ. Fatih Sultan Mehmed, 1446-1448, 1451-1481) διέθετε συγκριτικά κολοσσιαία μέσα στη διάθεσή του (σε άνδρες, χρήματα και υλικά).
Ο στρατός του πιθανώς αριθμούσε συνολικά 80.000 έως 100.000 άνδρες (ίσως και περισσότερους μαζί με τους βοηθητικούς), ενώ ο στόλος του περί τα 110 εξοπλισμένα πλοία. Ο ίδιος ήταν νεαρός, αδίστακτος, ικανότατος και εξαιρετικά φιλόδοξος.
Οι σημαντικότεροι εκ των ηγητόρων του αξιωματικών ήταν αρνησίθρησκοι εξωμότες (πρώην χριστιανοί), ενώ το πλέον επίλεκτο μέρος του στρατού του αποτελείτο από το σώμα των γενιτσάρων (πρώην χριστιανόπαιδες, Έλληνες, Σλάβοι και Αρμένιοι που υφαρπάχθηκαν μέσω του devşirme από τις οικογένειές τους, εξισλαμίστηκαν και εκτουρκίστηκαν).
Διέθετε επίσης και υποτελή χριστιανικά σώματα καθώς και χριστιανούς τεχνίτες και τεχνικούς ενός καλά οργανωμένου και πολυάριθμου πυροβολικού. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο οθωμανικός στρατός διέθετε πολύ περισσότερους χριστιανούς ή πρώην χριστιανούς συγκριτικά με τις δυνάμεις του Παλαιολόγου».
Η έναρξη της πολιορκίας, οι μάχες και η άλωση
- Θα μπορούσατε να μας δώσετε το ιστορικό πλαίσιο των μαχών; Πότε άρχισε η πολιορκία, πως κύλησαν οι μέρες μέχρι να φτάσουμε στο τέλος;
«Ο Μωάμεθ είχε ήδη εξουδετερώσει την εύκολη ναυτική πρόσβαση στην Κωνσταντινούπολη το 1452 με την ανέγερση φρουρίου στα βόρεια της (Βόσπορος). Κατόπιν, μετέφερε τα πυροβόλα και τα εφόδια του από την Αδριανούπολη (έως τότε έδρα του σουλτανάτου) στην Κωνσταντινούπολη και έφθασε εκεί στις 5 Απριλίου του 1453. Παράλληλα, εξόντωσε τις φρουρές των βυζαντινών θρακικών φρουρίων.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος τάχθηκε με τους Έλληνες στρατιώτες του στο λεγόμενο Μεσοτείχιον του χερσαίου Θεοδοσιανού τείχους (που «έβλεπε» στη Θράκη, στα δυτικά), ενώ ο πρωτοστράτωρ της άμυνας Ιουστινιάνης με τους δικούς του άνδρες στην κοντινή πύλη του Χαρισίου. Αργότερα, ο τελευταίος άφησε τη θέση του στους αδελφούς Bocciardi και στάθηκε στο πλευρό του αυτοκράτορα, καθώς εκεί ήταν ο πιο κρίσιμος τομέας.
Οι Βενετοί τάχθηκαν βορειότερα στις Βλαχέρνες, ενώ στα νότια του Παλαιολόγου, ο συγγενής του Θεόφιλος, ο Δημήτριος Καντακουζηνός και άλλοι Βενετοί. Τα θαλάσσια τείχη επανδρώθηκαν αραιά από ξένους και άπειρους Έλληνες επίστρατους.
Ελάχιστες εφεδρείες τηρήθηκαν στα μετόπισθεν υπό τον ανθενωτικό Λουκά Νοταρά και τον Νικηφόρο Παλαιολόγο. Οι Βυζαντινοί απέκρουσαν κάποιες αρχικές επιθέσεις και είχαν υπό τον Φλαντανελά μια μικρή ναυτική επιτυχία έναντι του ισχυρού οθωμανικού στόλου υπό τον Μπαλτόγλου (20 Απριλίου).
Κατόπιν ωστόσο ο Μωάμεθ πέρασε ένα μέρος των πλοίων του δια ξηράς στον Κεράτιο Κόλπο, στα βόρεια της Κωνσταντινούπολης. Έτσι, έθεσε τους αμυνόμενους σε διπλή πίεση. Ακολούθησαν τουρκικές επιθέσεις εναντίον των τειχών, προσπάθειες υπονόμευσης των τελευταίων δια της κατασκευής υπόγειων στοών και χρήση πολιορκητικών μηχανών.
Όλες αποκρούστηκαν από τους υπερασπιστές, αλλά τα τείχη είχαν υποστεί μεγάλα ρήγματα από τους βομβαρδισμούς, ενώ εφεδρείες δεν υπήρχαν. Η τελική επίθεση έγινε τις πρώτες ώρες της 29ης Απριλίου, πολύ πριν χαράξει.
Πρώτα επιτέθηκαν άτακτοι βαζιβουζούκοι και κατόπιν τακτικά στρατεύματα από τη Μικρά Ασία. Οι υπερασπιστές τους απέκρουσαν με αυτοθυσία, αλλά κατόπιν ο σουλτάνος ενέπλεξε το πιο επίλεκτο και φανατισμένο σώμα του, τους γενίτσαρους.
Ο βαρύς τραυματισμός του Ιουστινιάνη, η κόπωση των λίγων πια υπερασπιστών και η τυχαία διείσδυση ορισμένων Τούρκων από μια μικρή πύλη (Κερκόπορτα) στο εσωτερικό τείχος οδήγησαν τελικά σε κατάρρευση της άμυνας και στην πτώση της Πόλης».
- Ποιο γεγονός πιστεύετε ότι έχει μείνει στην ιστορία από την άλωση της Πόλης; Αν σας ζητούσα να ξεχωρίσετε κάτι συγκεκριμένο, ποιο θα ήταν αυτό;
«Θα αναφερθώ εν συντομία σε ιστορικά καταγεγραμμένα γεγονότα και όχι στους διαφόρους θρύλους που δημιουργήθηκαν μετά, έστω και αν αυτοί διαθέτουν τη δική τους γοητεία. Η αρνητική απάντηση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στον σουλτάνο να παραδώσει την Κωνσταντινούπολη με την υπόσχεση της προσωπικής του ακεραιότητας.
Η Πόλη του αποτελούσε την πρωτεύουσα μιας αρχαίας οικουμενικής αυτοκρατορίας και δεν ήταν δική του, ώστε να την παραδώσει. Ο ίδιος και οι άνδρες του ήταν αποφασισμένοι να θυσιαστούν και αυτό έπραξαν στο τέλος: «ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Η σταδιακή εξασθένηση και το βίαιο πολιτικό τέλος
- Πολλοί κάνουν λόγο για ένα αποδυναμωμένο Βυζάντιο το 1453. Τι προηγήθηκε στο πέρασμα των αιώνων για να φτάσουμε σε αυτό;
«Η άλωση της Κωνσταντινούπολης υπήρξε γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας με κοσμοϊστορική σημασία, υπό την έννοια ότι μετέβαλε δραστικά την έως τότε πολιτική κατάσταση στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή και (το κυριότερο) αποδείχθηκε βαρυσήμαντη με ποικίλες και χρονικά διαρκείς επιπτώσεις, υφιστάμενες έως την εποχή μας.
Η άλωση σήμανε το δραματικό, βίαιο πολιτικό τέλος της λεγόμενης «Ρωμαίων πολιτείας» ή απλώς «Ρωμανίας», δηλαδή του ανατολικού τμήματος της κάποτε ενιαίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το οποίο είχε ιστορικά και γεωπολιτικά επιβιώσει μετά τις εξελίξεις του 5ου αι. μ.Χ., κατά τη διάρκεια του οποίου έπαψε να υφίσταται το δυτικό τμήμα του ίδιου κράτους.
Το συγκεκριμένο κράτος, το οποίο αποκαλείται συμβατικά (και πιθανώς εσφαλμένα) κατά τους νεότερους χρόνους «Βυζαντινό», υπήρξε ουσιαστικά από τα τέλη του 7ου αι. και εξής η εξελληνισμένη (γλωσσικά / πολιτισμικά και κρατικά / θεσμικά) μεσαιωνική Ρωμανία, μετά δηλαδή την κατάρρευση της (πρώην) ελληνιστικής και ελληνορωμαϊκής Ανατολής λόγω της εμφάνισης και της πολιτικής και (σταδιακά) θρησκευτικής κυριαρχίας του Ισλάμ.
Στο Βυζάντιο από τον 8ο αι. και εξής κυριαρχούσε η δυοφυσιτική ορθοδοξία (θρησκευτικά / δογματικά) και η ελληνική γλώσσα, ενώ οι κάτοικοι των περιοχών του (νότια Χερσόνησος του Αίμου, Μικρά Ασία και νήσοι), ελληνικής καταγωγής και εξελληνισμένοι αυτοπροσδιορίζονταν ως «Ρωμαίοι» (ουσιαστικά επρόκειτο για μία προνεωτερική εθνική και αλλά και πολιτική / κρατική ταυτότητα).
Η σταδιακή εξασθένηση του Βυζαντίου ξεκίνησε από το δεύτερο μισό του 11ου αι., όταν το κράτος απώλεσε τον έλεγχο του εσωτερικού της Μικράς Ασίας (έως τότε σπονδυλικής στήλης του κράτους), περιοχής από την οποία αντλούσε εν πολλοίς (παραδοσιακά) τους ηγήτορές του, το καλύτερο στρατιωτικό δυναμικό του και τους βασικούς υλικούς του πόρους.
Η εγκατάσταση δηλαδή των διαφόρων τουρκικών φύλων στη Μικρά Ασία και ο σταδιακός πολιτικός και πολιτισμικός μετασχηματισμός της τελευταίας (εξισλαμισμός και εκτουρκισμός των ελληνικών και λοιπών πληθυσμών της μεταξύ 11ου και 15ου αι. -βλ. την κλασική σχετική μονογραφία του αείμνηστου Σπύρου Βρυώνη) αποτέλεσε την κυριότερη αιτία της αποδυνάμωσης του Βυζαντίου.
Σε αυτήν συνεισέφεραν βεβαίως και άλλοι εσωτερικοί (π.χ. έριδες, εμφύλιοι, κακοδιοίκηση κ.ά.) και εξωτερικοί παράγοντες (π.χ. οι συνέπειες των Σταυροφοριών, ειδικά της τέταρτης, ο έλεγχος του διεθνούς εμπορίου από τις ιταλικές πόλεις, οι δογματικές και πολιτικές διαφορές με τη Δύση κ.ά.).
Η εγκαθίδρυση του πρώιμου Οθωμανικού κράτους στη βορειοδυτική Μικρά Ασία (τέλη 13ου – αρχές 14ου αι.) και κυρίως το πέρασμα των Οσμανλήδων Τούρκων στη Θράκη (1354) αποτέλεσαν τελικά τις καθοριστικές εξελίξεις που προσδιόρισαν το επικείμενο τέλος για το Βυζάντιο. Το ότι αυτό καθυστέρησε έναν ακόμη αιώνα (έως το 1453), υπήρξε μάλλον ένα μικρό ιστορικό θαύμα».
Η Εκκλησία, οι «ενωτικοί» και οι «ανθενωτικοί»
- Η διαμάχη στους κόλπους της Εκκλησίας πόσο επηρέασε;
«Η διαμάχη, στην οποία αναφέρεστε, υπερέβαινε το αμιγώς εκκλησιαστικό πλαίσιο, καθώς είχε λάβει χαρακτήρα πολιτικό και ιδεολογικό. Συνεπώς, επηρέασε σαφώς, αν και είναι δύσκολο να αποτιμηθεί πόσο ακριβώς.
Υπενθυμίζω ότι στη βυζαντινή πλευρά υπήρχε η λεγόμενη «ενωτική» και η «ανθενωτική» πλευρά. Η δεύτερη απέκλειε κάθε δογματική και πολιτική επικοινωνία και συνδιαλλαγή με τη λατινική Δύση, γιατί θεωρούσε ότι αυτή γινόταν υπό όρους πολιτικής και εκκλησιαστικής υποτέλειας και πνευματικής υποταγής. Βεβαίως, το τραύμα του 1204 εξακολουθούσε επίσης να υφίσταται.
Η πρώτη πλευρά θεωρούσε ότι η συνδιαλλαγή με τη Δύση ήταν απαραίτητη, γιατί μόνο από εκεί μπορούσε να προέλθει ουσιαστική βοήθεια, πράγμα που ήταν σε γενικές γραμμές ορθό.
Υπήρχαν Βυζαντινοί «ενωτικοί» που πίστευαν ειλικρινά στη δογματική και εκκλησιαστική προσέγγιση των δύο πλευρών και άλλοι (της ίδιας πλευράς) που ήταν αδιάφοροι γι’ αυτά τα ζητήματα και απλώς επιθυμούσαν να διασώσουν την αυτοκρατορία. Η «ανθενωτική» πλευρά ήταν ενίοτε ακραία αντιδυτική και αρκετοί εξ αυτής προτιμούσαν πραγματικά «το οθωμανικό σαρίκι από την παπική τιάρα».
Ο Γεννάδιος Σχολάριος προτίμησε λ.χ. να αντιπολιτευθεί τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, ενώ αμέσως μετά την άλωση, έγινε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από τον Μωάμεθ τον Πορθητή και παράλληλα ουσιαστικός θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης των Ρουμ (=Ρωμαίων) υπηκόων πλέον του σουλτάνου.
Ο Παλαιολόγος, από την άλλη, προτίμησε να θυσιαστεί και να μετατραπεί έκτοτε στην ελληνική λαϊκή συνείδηση ως «μαρμαρωμένος βασιλιάς».
- Τι σήμαινε για τον τότε κόσμο η κατάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μετά από 1100 χρόνια περίπου;
«Η πτώση Βυζαντίου δημιούργησε παγκόσμια αίσθηση, ενώ παράλληλα αποτέλεσε ορόσημο και σημείο ιστορικής καμπής. Δεν σηματοδότησε απλώς το πολιτικό τέλος μιας αυτοκρατορίας, αλλά αποτέλεσε ουσιαστικά το τέλος μιας ολόκληρης ιστορικής εποχής.
Την ίδια χρονιά ολοκληρώθηκε στη δυτική Ευρώπη ο λεγόμενος Εκατονταετής πόλεμος. Σε γενικές γραμμές το 1453 υποδηλώνει ερευνητικά όχι μόνο το τέλος της μεσαιωνικής Ρωμανίας αλλά το τέλος του ίδιου του μεσαίωνα».
Ο νέος κόσμος που αναδύθηκε μετά την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας
- Πόσο άλλαξε ο κόσμος μετά την κυριαρχία των Οθωμανών και τι απέμεινε από αυτό που ξέραμε ως Βυζάντιο;
«Η αλήθεια είναι ότι οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που χαρακτήριζαν την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή που εκτεινόταν από τη Χερσόνησο του Αίμου έως τη Μικρά Ασία είχαν λίγο ή πολύ διαμορφωθεί ήδη σε αυτή, αρκετά πριν από το 1453.
Η άλωση της Πόλης επέτρεψε την πολιτική ενοποίηση αυτών των περιφερειών και πάλι με επίκεντρο την Κωνσταντινούπολη. Η τελευταία, εφόσον δεν βρισκόταν πλέον υπό συνθήκες αποκλεισμού και πολέμου, άρχισε να αναπτύσσεται εκ νέου και έγινε πάλι μια πραγματική αυτοκρατορική και οικουμενική πόλη.
Το ελληνικό στοιχείο διέθετε ιδιαίτερη θέση σε αυτήν, ενώ πολλοί Έλληνες και άλλοι χριστιανοί σταδιοδρόμησαν σε κορυφαίες διοικητικές θέσεις του Οθωμανικού κράτους. Πολλοί σουλτάνοι διέθεταν επίσης ανάλογη καταγωγή, τουλάχιστον εν μέρει.
Ουσιαστικά η Οθωμανική αυτοκρατορία διαδέχθηκε ουσιαστικά το Βυζάντιο ως η νέα αυτοκρατορία της Ανατολής κληρονομώντας παράλληλα πολλά από τα οικουμενικά χαρακτηριστικά του. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, εφόσον αναπτύχθηκε στον ίδιο ακριβώς γεωγραφικό χώρο και διέθετε το ίδιο επίκεντρο.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι η κύρια πολιτισμική ταυτότητά του υπήρξε τουρκοϊσλαμική (με πολλά ιρανικά και περσικά στοιχεία), ενώ οι χριστιανοί κάτοικοί του υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας.
Η επιρροή της παλαιάς αυτοκρατορίας του Βυζαντίου υπήρξε βεβαίως ιδιαίτερα μεγάλη και πολυεπίπεδη, ενώ εξακολούθησε να υφίσταται στους γειτονικούς λαούς και περιοχές, ειδικά στην ανατολική Ευρώπη αλλά και την Ιταλία».
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ