Γράφει ο Χρήστος Νάσκας
Η φωτιά της Επανάστασης των Ελλήνων είχε ανάψει, πέρασε ένας χρόνος ήδη. Μακεδονία, Όλυμπος, Βέρμιο Νάουσα 1822…
Η φλόγα της ελευθερίας σιγοκαίει και στους σκλαβωμένους Έλληνες των περιοχών, αλλά και της Νάουσας, μια πόλη κόσμημα, ακμάζουσα κοινωνικά, πνευματικά και οικονομικά.
Ζαφειράκης Λογοθέτης και Τάσος Καρατάσιος, πρωτεργάτες της εξέγερσης σήκωσαν το λάβαρο της Επανάστασης και προσπάθησαν να καταλάβουν τη Βέροια, αλλά ανεπιτυχώς. Η μάχη της Παναγίας του Δοβρά απέδειξε για ακόμη μια φορά τον ηρωισμό και τον πόθο των Ελλήνων για ελευθερία, αλλά δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν το ασκέρι του βαλή Θεσσαλονίκης Εμπού Λουμπούτ, που σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς αριθμούσε 18.000 τακτικό στρατό και άτακτους.
Προηγήθηκε, όπως είπαμε, η επίθεση των Ελλήνων στη Βέροια, με επιτυχίες αρχικά, αλλά οι 1.800 ένοπλοι, από τον πληθυσμό της περιοχής και παλιοί οπλαρχηγοί δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στον υπέρτερο αριθμητικά αριθμό των Τούρκων που αντεπιτέθηκαν.
Παρά τις νίκες τους και τη στρατηγική οξυδέρκεια του Καρατάσιου δεν μπορούσαν να αντέξουν. Προκάλεσαν φθορές και απώλειες στους Οθωμανούς, ενώ στη συνέχεια στη μονή Δοβρά (12 Μαρτίου) κατάφεραν νέες απώλειες στους Τούρκους.
Η συνέχεια όμως «γράφτηκε» με αίμα, θυσίες και ηρωισμό για την μαρτυρική μονή και μετέπειτα για την πόλη της Νάουσας.
Ο Κεχαγιαμπέης Μεχμέτ Αγάς, του βαλή της Θεσσαλονίκης κρέμασε τον ηγούμενο της μονής Δοβρά, αιχμαλώτισε γυναικόπαιδα στέλνοντας τα στη Θεσσαλονίκη αφήνοντας το βαρβαρικό αποτύπωμά του σε άγια χώματα Ελλήνων.
Στην Πελοπόννησο η φλόγα της Επανάστασης ήδη έκαιγε και η Νάουσα αποτελούσε «αγκάθι» για την κάθοδο Οθωμανικών στρατευμάτων. Όπως και οι ήττες των Τούρκων στη Βέροια και τη μονή Δοβρά…
Έπρεπε, σύμφωνα με τους Τούρκους, να καταπνιγεί η Επανάσταση. Και μπαίνουμε έτσι στις μέρες του ηρωισμού και της καταστροφής.
Ο Εμπού Λουμπούτ, γνωστός και ως «ροπαλοφόρος» μάζεψε στρατό, ζήτησε από τους Ναουσαίους (στις 26 Μαρτίου) να παραδοθούν και να ζητήσουν συγνώμη. Εννοείται πως δέχθηκε ένα μεγαλοπρεπές όχι από τους αγωνιστές, που γνώριζαν τι σήμαινε η υποταγή.
Άρχισε λοιπόν η πολιορκία της Νάουσας (6 Απριλίου), με τους Έλληνες να μάχονται απελπισμένα για τα ιερό και όσια του γένους. Όσο μπορούσαν αντέξουν, μέχρι τέλους. 12η προς 13η Απριλίου οι Τούρκοι μπήκαν στην πόλη και άρχισαν το μακελειό.
Η φλόγα της ελευθερίας και η καταστροφή της πόλης
Το mynews.gr συνομίλησε με τον κύριο Τάκη Μπάιτση, λαογράφο και γνώστη της ιστορίας της Νάουσας που θα ξετυλίξει το κουβάρι της ιστορίας που κατέληξε στον χαλασμό της Νάουσας.
«Επί Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ η Νάουσα ήταν προνομιούχος πόλη» μας λέει αρχικά ο Τάκης Μπάϊτσης και συνεχίζει: «Είχε αμπελουργία, σηροτροφία, πολλές βιοτεχνίες και ξακουσμένους οπλουργούς. Ιδιαίτερη αξία είχε και η τοποθεσία της πόλης, ως φυσικού χώρου.
Ζαφειράκης, Καρατάσιος, Γάτσος, και άλλοι οπλαρχηγοί σήκωσαν το λάβαρο της Επανάστασης το 1822, οι πρώτοι στη Μακεδονία. Η Νάουσα έδωσε το παράδειγμα με τους αγώνες της και τη θυσία των κατοίκων της» μας λέει ο κ. Μπάιτσης και αναφέρεται στις μαύρες ώρες για την πόλη της Ημαθίας:
«Το μοναστήρι χαλάστηκε από τους Τούρκους, οι αγωνιστές και οι κάτοικοι της Νάουσας δεν δέχθηκαν τους όρους των Τούρκων που δεν άφησαν πέτρα για πέτρα. Το αίμα κυλούσε παντού από τις σφαγές των Ελλήνων και ο θρύλος λέει πως οι Τούρκοι σταμάτησαν όταν είδαν έναν άνθρωπο, τον Νίκο Κοκοβίτη, να περπατάει χωρίς κεφάλι για κάποιες στιγμές.
Στην Αράπιτσα κοπέλες μαζί με τα παιδιά τους προτίμησαν τον θάνατο , από την ατίμωση, περνώντας στο πάνθεον της ιστορίας.
Άνθρωποι έτρεχαν να κρυφτούν στις σπηλιές ενώ οι Οθωμανοί συνέχιζαν τον αφανισμό και την καταστροφή της πόλης. Άλλος στάλθηκε στα σκλαβοπάζαρα, αλλού πήγαινε η μάνα, αλλού το παιδί».
Ο Τάκης Μπάιτσης μνημονεύει και τη μάχη στον πύργο του Ζαφειράκη, που όπως λέει : «Οι Έλληνες άντεξαν τρεις μέρες, ενώ κατά τη διάρκεια τους σκοτώθηκε ο γιος του Ζαφειράκη, Φίλιππος.
Τη γυναίκα του Ζαφειράκη την πέταξαν στα φίδια, ενώ του Καρατάσιου την έχτισαν ζωντανή».
Μνήμες και ιστορία γεμάτες πόνο, αίμα, σφαγές, αλλά και αγάπη για την πατρίδα, θέληση για ανεξαρτησία, να απελευθερωθούν μετά από τόσους αιώνες από τον Οθωμανικό ζυγό. Συνεχίζει ο κ. Μπάϊτσης:
« Η πόλη ερήμωσε μετά την καταστροφή της, πέρασαν οκτώ χρόνια μέχρι να κατοικηθεί και πάλι. Το 1830 ο Σουλτάνος έδωσε αμνηστία, με την οποία όσοι ήθελαν μπορούσαν να επιστρέψουν. 80-100 οικογένειες Τούρκων από το Ικόνιο εγκαταστάθηκαν στη Νάουσα. Το 1955 , με διάταγμα, ο Δήμος Νάουσας μετονομάσθηκε σε Δήμος Ηρωϊκής Πόλης Νάουσας».
Η κυνική ομολογία του Εμπού Λουμπούτ
Ο Εμπού Λουμπούτ στις 21 Απριλίου 1822 έγραφε στον ιεροδίκη Βέροιας για τα αποτελέσματα της εκστρατείας κατά της Νάουσας (πηγή ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ). «Όταν εισήλθομεν θριαμβευτικώς εντός της ειρημένης πόλεως, γενόμενοι κύριοι αυτής, οι καπεταναίοι αυτών, επωφελούμενοι του σκότους της νυκτός κατώρθωσαν να αποδράσουν εις τα γειτονικά όρη […] όσοι όμως εκ των ειρημένων επαναστατών δεν κατώρθωσαν να διαφύγουν, κρυβέντες εντός της πόλεως, συνελήφθησαν, εφαρμοσθεισών κατ’ αυτών αυστηρότατα και άνευ οίκτου των διατάξεων του εκδοθέντος ιερού φετβά. Ούτοι, υπερβαίνοντες τας δύο χιλιάδας, εθανατώθησαν πάντες, είτε διελθόντες δια στόματος μαχαίρας, είτε σταλέντες εις την κόλασιν δι’ απαγχονισμού, τα τέκνα και αι σύζυγοι αύτών εξηνδραποδίσθησαν, αι περιουσίαι των εδημεύθησαν και παρεδόθησαν εις το πυρ, συμπληρωθείσης ούτω της νίκης και εκτελεσθείσης πλήρως της αυτοκρατορικής επιθυμίας».
Έκθεση με συγκλονιστικά ντοκουμέντα
Από την Τετάρτη (27/4) τις πύλες της για το κοινό στον Χώρο Τέχνης «Ναϊάς», στη Νάουσα, η Έκθεση ιστορικών κειμηλίων «1822-1922-2022: Ιστορικές μνήμες» με εκθέματα της συλλογής του ιστορικού ερευνητή-λαογράφου της Νάουσας κ. Τάκη Μπάιτση.
Παράλληλα, στον ίδιο χώρο εκτίθενται φορεσιές και κειμήλια που αναδεικνύουν την ιστορική μνήμη της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922, από τον Σύλλογο Μικρασιατών Ν. Ημαθίας.
Το εκθεσιακό γεγονός εντάσσεται στις παράλληλες εκδηλώσεις του Δήμου Η.Π. Νάουσας για την 200η Επέτειο από το Ολοκαύτωμα της πόλης και τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή (Διάρκεια έκθεσης: 27 Απριλίου – 11 Μαΐου, ώρες λειτουργίας: 10:00-13-:00 & 18:00 – 21:00).
Ο Τάκης Μπάιτσης, μιλώντας στο mynews.gr για αυτή την έκθεση εξηγεί πως μπόρεσε και διατήρησε αυτά τα κειμήλια στην κατοχή του:
«Με πάθος, μεράκι και κόπο πενήντα και πλέον χρόνων συγκέντρωσα αυτά τα εκθέματα που αξίζουν να έρθει να τα δει κάποιος στη Νάουσα. Φορεσιές, όπλα, διάφορα κειμήλια και πολλά άλλα θα βρίσκονται στην έκθεση. Υπάρχει χάρτης του 1703, υπάρχουν ευαγγέλια, σταυροί των οπλαρχηγών. Από μικρός ασχολήθηκα και απέκτησα ιδιαίτερη αγάπη.
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιο, όλα τα θεωρώ παιδιά μου, όλα τα εκθέματα τα αγαπώ. Το κάθε έκθεμα έχει τη χάρη και τη σημασία του.
Τεράστιο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και τα εκθέματα των προσφύγων από τη Μικρά Ασία, που ήρθαν εδώ το 1922 μετά την καταστροφή».
Η Νάουσα πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος, ο Απρίλιος του 1822 και ο χαλασμός της θα τιμάται πάντα με σεβασμό. Για τους αγώνες, τα ιδανικά που άφησε αιώνια για τη θυσία αυτών που αγωνίστηκαν, αλλά και των γυναικών που επέλεξαν να πέσουν στην Αραπίτσα.
Τα επόμενα χρόνια του ολοκαυτώματος
Όπως αναφέρει μάλιστα ο Δήμος Ηρωϊκής Πόλης Νάουσας στον επίσημο ιστότοπο του (naoussa.gr) : «Παρ’ όλα αυτά οι Χριστιανοί της Νάουσας,ο οργανωμένοι όπως και παλιότερα στην ιδιαίτερή τους αυτοδιοικούμενη κοινότητα και με την συμβολή της Εκκλησίας κατάφεραν σταδιακά να φθάσουν στο επίπεδο της πρότερης ακμής.
Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. τα κέρδη του εμπορίου και της βιοτεχνίας, η οποία στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό και στην εκμετάλλευση των υδατοπτώσεων, επενδύθηκαν στην ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Η πρώτη βιομηχανική μονάδα της οθωμανικής Μακεδονίας, η κλωστοϋφαντουργία Λόγγου, Κύρτση και Τουρπάλη, ιδρύθηκε στην Νάουσα το 1874. Στον επόμενο μισό αιώνα πολλά ακόμα εργοστάσια Ναουσαίων επιχειρηματιών θα ιδρυθούν στην πόλη, εκμεταλλευόμενα τον «λευκό άνθρακα» της Αράπιτσας. Η Νάουσα κατέστη κέντρο της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα με εκατοντάδες εργάτες να συρρέουν από την γύρω περιοχή».
Ο χαλασμός της Νάουσας (Στης Νάουσας το κάστρο )
Τρία πουλάκια αμάν αμάν καθόντανε,
τρία πουλάκια αμάν αμάν καθόντανε,
στης Νάουσας το κάστρο,
Μακρυνίτσα μου
καημό που `χει η καρδίτσα μου.
Το `να κοιτάει κι αμάν αμάν τα Βοδινά,
το `να κοιτάει κι αμάν αμάν τα
Βοδινά και τ’ άλλο Σαλονίκη,
Μακρυνίτσα μου
καημό που `χει η καρδίτσα μου.
Το τρίτο το κι αμάν αμάν μικρότερο,
το τρίτο το κι αμάν αμάν μικρότερο,
μοιρολογεί και λέγει,
Μακρυνίτσα μου
καημό που `χει η καρδίτσα μου.
Μας πάτησαν κι αμάν αμάν τη Νάουσα,
μας πάτησαν κι αμάν αμάν τη Νάουσα,
την πολυξακουσμένη,
Μακρυνίτσα μου
καημό που `χει η καρδίτσα μου.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ