Το «Ταξίδι στα Κύθηρα» είναι η έκτη ταινία μεγάλου μήκους του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, στην οποία και έκαναν την τελευταία τους εμφάνιση, λίγο πριν φύγουν από τη ζωή οι Μάνος Κατράκης και Διονύσης Παπαγιαννόπουλος.
Η ταινία πραγματεύεται την επιστροφή, μετά από 32 χρόνια, ενός κομμουνιστή στον τόπο του, όπου όλα του φαίνονται ξένα.
Η σύζυγος του σκηνοθέτη, Φοίβη Οικονομοπούλου, έπειτα από πρόσκληση της κινηματογραφικής ομάδας Kemes, παρευρέθηκε το βράδυ της Δευτέρας, 11 Σεπτεμβρίου στην προβολή της ταινίας σε θερινό κινηματογράφο της Θεσσαλονίκης και μίλησε για την ταινία, απαντώντας σε ερωτήσεις του κοινού, μετά το τέλος της προβολής της και αποκάλυψε πολύ ενδιαφέρονται πράγματα για το παρασκήνιο της ταινίας.
Η Φοίβη Οικονομοπούλου ήταν σύζυγος του Θόδωρου Αγγελόπουλου από το 1980 μέχρι και το 2012, που ο σκηνοθέτης έφυγε απρόσμενα από τη ζωή, όταν παρασύρθηκε από μηχανή στα γυρίσματα της τελευταίας του ταινίας, που τελικά έμεινε ημιτελής.
«Ήμουν η διευθύντρια παραγωγής στις περισσότερες ταινίες του συζύγου μου. Είχαμε μια εκρηκτική σχέση, μεταξύ παιδιών, οικογένειας και δουλείας».
Η ίδια βρέθηκε ξανά στην πόλη, όπου για δυο χειμώνες, 1982 και 1983, πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα από το «Ταξίδι στα Κύθηρα».
Η συγκίνηση στο πρόσωπο και στον τόνο της φωνής της ήταν έκδηλη, αφού, όπως είπε:
«Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που μυρίζει Θόδωρο Αγγελόπουλο. Γύρισε σχεδόν όλες τις ταινίες του στη βόρεια Ελλάδα, επειδή υπήρχε η απλωσιά του χώρου και έτσι ο θεατής θα μπορούσε να συμπληρώσει μόνος του ό,τι του λείπει, έλεγε ο ίδιος.
Μείναμε εδώ δυο χειμώνες, επειδή είχε ήλιο και η ταινία απαιτούσε συννεφιασμένο και βροχερό καιρό. Τα περισσότερα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στο λιμάνι».
«Αν με εμπιστεύεσαι εγώ θα το κάνω»
Σχετικά με τη συνεργασία με τον Μάνο Κατράκη, είπε:
«Ο Θόδωρος έψαχνε για αρκετό καιρό τον πρωταγωνιστή της ταινίας. Όταν επισκεφτήκαμε τον Μάνο Κατράκη, ήταν στον Ερυθρό Σταυρό, σχεδόν ετοιμοθάνατος, είχε σχεδόν χάσει τη φωνή του και μιλούσε με νοήματα.
Όμως μόλις μας είδε ζωντάνεψε. Ο Θόδωρος του είπε για το σενάριο της νέας του ταινίας.
Τότε ανασηκώθηκε και είπε στον Θόδωρο ‘αν εσύ με εμπιστεύεσαι, εγώ θα το κάνω’».
Μάλιστα, όπως είπε η σύζυγος του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ο σκηνοθέτης γοητεύτηκε από την προσωπικότητα του Κατράκη στην ταινία και ενώ η αρχική δομή της ταινίας ήταν άλλη, ο φακός τελικά ακολούθησε αυτόν.
«Δεν κόπηκαν σκηνές με άλλους ηθοποιούς, απλώς ο φακός εστίασε περισσότερο στον Κατράκη».
Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν κανονικά, πάντα με ένα ασθενοφόρο και μάσκα οξυγόνου από δίπλα και ο Μάνος Κατράκης έδωσε το παρόν και στις Κάννες, όπου η ταινία κέρδισε το βραβείο σεναρίου.
Τελικά, έφυγε από τη ζωή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, σε ηλικία 76 ετών.
Μέσα στην ταινία μάλιστα υπάρχει και η συγκλονιστική σκηνή, στην οποία ο ήρωας που υποδύεται ο Μάνος Κατράκης απευθύνεται στον θάνατο, λέγοντας τη φράση «Σ’ ακούω να ‘ρχεσαι».
Στο «Ταξίδι στα Κύθηρα», όμως, πραγματοποίησε το κύκνειο άσμα του, ακόμη ένας ογκόλιθος του ελληνικού κινηματογράφου, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος.
Η σύμπραξή Κατράκη και Παπαγιαννόπουλου ομολογουμένως, ήταν συγκλονιστική. Οι ήρωες της ταινίας άνηκαν σε διαφορετικά ιδεολογικά στρατόπεδα και πολέμησαν ως αντίπαλοι στον εμφύλιο.
«Μας βάλανε και σκοτωθήκαμε», λέει ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και στην πραγματική ζωή, οι δυο ηθοποιοί άνηκαν σε διαφορετικά στρατόπεδα, αφού ο μεν Κατράκης ήταν αριστερός και ο Παπαγιαννόπουλος δεξιός.
«Ο Παπαγιαννόπουλος έμεινε όλο το βράδυ σε μια καρέκλα»
Η Φοίβη Οικονομοπούλου αναφέρει πως ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων:
«Είχε μεγάλη αγωνία δοκίμαζε τα ρούχα του και έμεινε όλο το βράδυ σε μια καρέκλα για να μπει στον ρόλο του. Η πρώτη σκηνή που γύρισε ήταν εκείνη με το μουλάρι.
Η συγκίνηση και η αγωνία που είχε ένας τόσο μεγάλος ηθοποιός ήταν κάτι που μας έκανε τεράστια εντύπωση και το συζητούσαμε πάντα».
Σχετικά με την ταινία, που ουσιαστικά ήταν μια ταινία μέσα στην ταινία επισήμανε ότι:
«Δεν ήταν αυτοβιογραφική, ωστόσο ο Θόδωρος Αγγελόπουλος όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα ήταν πέντε ετών και ως παιδάκι πήγε και τράβηξε από έναν ένστολο αυτό που κρατούσε».
Το αντίστοιχο σκηνικό βλέπουμε και στην αρχή της ταινίας.
Πώς μπήκε το «μικρόβιο» της σκηνοθεσίας στον Αγγελόπουλο
Σχετικά με τον Αγγελόπουλο και τη σκηνοθεσία εξήγησε:
«Ο Θόδωρος ήταν ένα παιδί της πόλης, δεν είχε ταξιδέψει ποτέ του. Πήγε μόνο μια φορά στο χωριό του με τον πατέρα του, έπαθε τύφο και γύρισε πάλι πίσω.
Στον στρατό όμως έγινε βοηθός γιατρού και έτσι στη θέση αυτή γύρισε όλη την Ελλάδα. Τότε κάτι άνοιξε μέσα του…»
Η θέση της γυναίκας στις ταινίες
Επίσης, αναφέρθηκε και στη θέση που είχε η γυναίκα στις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου:
«Στην ταινία η γυναίκα έχει τη θέση που έχει και σήμερα, παρόλο που γυρίστηκε πριν από σαράντα χρόνια».
Και πρόσθεσε:
«Στις ταινίες του Θόδωρου βλέπουμε μια ηθοποιό να παίζει πολλούς ρόλους, όπως στη συγκεκριμένη η Μαίρη Χρονοπούλου. Και αυτό γιατί ο ίδιος πίστευε πως μια γυναίκα μπορεί να κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα, ενώ ένας άντρας όχι».
Όσον αφορά τον τρόπο που δούλευε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, είχε ένα μότο:
«Αφού το έχω σκεφτεί υπάρχει και αν όχι ολόκληρο, θα δημιουργήσω το υπόλοιπο».
Η υπόθεση της ταινίας
Ο Αλέξανδρος (Τζούλιο Μπρόγκι) είναι σε αναζήτηση ενός ηλικιωμένου ηθοποιού. Τον συναντά τελικά σε ένα οπωροπωλείο και η ταινία του μπορεί να αρχίσει. Εδώ ο σκηνοθέτης τοποθετεί τον εαυτό του μέσα στο σενάριο.
Ο Αλέξανδρος υποδέχεται τον πατέρα του, τον Σπύρο (Μάνος Κατράκης), πρώην κομμουνιστή που επιστρέφει στην Ελλάδα μετά από 32 χρόνια εξορίας στην ΕΣΣΔ χάρη στην αμνηστία που αποδόθηκε με την πτώση της δικτατορίας το 1974.
Ο Σπύρος ξαναβρίσκει τη γυναίκα του, την Κατερίνα (Δώρα Βολανάκη), το σπίτι του και κάποιους παλιούς συντρόφους.
Η αρχική επανεύρεση του Σπύρου με την γυναίκα του είναι δύσκολη. Μετά την άρνηση του να συμμετάσχει στην ομαδική πώληση ενός κομματιού γης προς επιχειρηματική αξιοποίηση, ο Σπύρος έρχεται σε ρήξη με τον περίγυρο του χωριού και την συνολικότερη αντίληψη της κοινωνίας, εκπρόσωπος της οποίας εντός της οικογένειας του Σπύρου, η γυναίκα του Αλέξανδρου, η οποία σε αντίθεση με τον γιο του που τον στηρίζει στην επιστροφή του, επιμένει να συμμετάσχει ο πατέρας της στην πώληση της γης.
Έχοντας περάσει 32 χρόνια ως την ημέρα της επιστροφής του, αδυνατεί να προσαρμοστεί στον τόπο καταγωγής του και να επικοινωνήσει με τους γύρω του. Μόνο η γυναίκα του τον καταλαβαίνει.
Ή ίσως ο Σπύρος δεν έχει άλλον που θα μπορούσε να τον καταλάβει. Ο Σπύρος έχει ξαναπαντρευτεί και έχει και δυο παιδιά με τη δεύτερη γυναίκα του. Η Κατερίνα δεν μπορεί να το χωνέψει εύκολα αυτό. Αυτή τον περίμενε.
Όμως καθώς εξελίσσεται η υπόθεση, ο Σπύρος αποκόβεται σχεδόν από όλους, και μένει μόνο η Κατερίνα δίπλα του.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ