Η ανάγκη για συντροφικότητα πολλές φορές μας κάνει να διαλέγουμε τον «λάθος σύντροφο», καθώς τα βιώματα της παιδικής μας ηλικίας επηρεάζουν τις ερωτικές μας σχέσεις.
Έτσι, όταν βρίσκουμε ένα γνώριμο μοτίβο συμπεριφοράς σε έναν άνθρωπο, τείνουμε να προσκολλάμε σε αυτόν, διότι νιώθουμε μια ανεξήγητη ασφάλεια, ακόμη και αν η συμπεριφορά του δεν μας κάνει καλό.
Γιατί συμβαίνει αυτό όμως;
Γιατί επιλέγουμε τον άνθρωπο που μπορεί να συμπεριφέρεται άσχημα, να μας μειώνει και να μας «τραυματίζει» ψυχολογικά;
Γιατί δεν φεύγουμε εγκαίρως από αυτή την «τοξική» σχέση;
Παράλληλα, πολλές φορές παρατηρείται στις γυναίκες να επιλέγουν έναν σύντροφο με βάση το πρότυπο του πατέρα τους.
Είναι αυτό που λέμε «ο μπαμπάς είναι η πρώτη αγάπη μιας κοπέλας» και με βάση τις έρευνες που έχουν γίνει, επιβεβαιώνεται.
Αντιθέτως όμως, αν ένας πατέρας είναι απών και δεν έχει καλές σχέσεις με το παιδί του, ενώ εκείνο προσπαθεί συνεχώς να τον κάνει «περήφανο» και αναζητά συνεχώς λίγη σημασία, το ίδιο θα κάνει και στις συντροφικές του σχέσεις, συνήθως, προσκολλώντας σε ένα άτομο που είναι «μη διαθέσιμο συναισθηματικά».
Αυτό συμβαίνει υποσυνείδητα, καθώς ανάλογα με το περιβάλλον που μεγαλώσαμε ως παιδιά, ψάχνουμε κάτι ανάλογο και στις σχέσεις μας.
Έτσι, δημιουργείται το λεγόμενο «trauma bond».
Φυσικά, ο καλύτερος τρόπος για να το καταλάβουμε και να «σπάσουμε» αυτό τον κύκλο, είναι μέσω της ψυχοθεραπείας.
Η Βίκυ Σεληγκούνα, ψυχολόγος, Προσωποκεντρική Σύμβουλος και Εκ. Εκπαιδεύτρια-Θεραπεύτρια Ζεύγους, μίλησε στο mynews.gr για τις «τραυματισμένες σχέσεις», τι τις προκαλεί και πως μπορούμε να τις διακρίνουμε, καθώς και για τα σημάδια που μας δίνει το σώμα μας ώστε να καταλάβουμε ότι βρισκόμαστε σε μια τέτοια σχέση.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στην επιρροή που έχει η παιδική ηλικία στις συντροφικές σχέσεις, καθώς και σε μερικά tips, εκτός της ψυχοθεραπείας, για να βοηθήσει το άτομο τον εαυτό του, ώστε να μην προσκολλάται σε τέτοιες συμπεριφορές.
Η έμφυτη ανάγκη για ασφάλεια στη σχέση
«Όλοι μας είμαστε φτιαγμένοι έτσι, που έχουμε ανάγκη για συναισθηματική εγγύτητα και ασφάλεια από τότε που ήμασταν παιδιά.
Η ανάγκη για δεσμό και η ασφαλής εξάρτηση -που τόσο έχει κατηγορηθεί από τον πολιτισμό μας- μέσα στη σχέση με τον σύντροφο μας, είναι έμφυτη.
Η αίσθηση ότι αυτός που είναι σημαντικός στην ζωή μας είναι εκεί για μας, να μας φροντίζει και να μας συμπαραστέκεται είναι αυτή που δημιουργεί για εμάς μια ασφαλή βάση, ένα ασφαλές καταφύγιο, μια φωλιά απ’ όπου μπορούμε να εξορμήσουμε, να εξερευνήσουμε το περιβάλλον, να ρισκάρουμε.
Όταν υπάρχει ασφάλεια πίσω μας μπορούμε να ρισκάρουμε ακόμα και να τσακωθούμε γιατί μέσα μας ξέρουμε ότι ο σύντροφος θα ενδιαφερθεί, θα ακούσει, θα καταλάβει».
Ο τραυματισμένος συναισθηματικός δεσμός
«Τι γίνεται όμως όταν υπάρχουν παράπονα που δεν έχουν ακούγονται, ανάγκες που δεν καλύπτονται;
Τι γίνεται όταν για παράδειγμα ο/η σύντροφός μας απιστήσει, όταν σε μια διαφωνία με τους γονείς του/της εκείνος/η δεν μας υπερασπιστεί, όταν τον ελεύθερο χρόνο του/της τον περνά με άλλους, όταν σε ένα σοβαρό θέμα υγείας που αντιμετωπίζουμε είναι συναισθηματικά απών/απούσα;
Τότε η αίσθηση της εγγύτητας με τον σύντροφο σταδιακά χάνεται και διακινδυνεύουμε να χάσουμε και την αίσθηση της ασφάλειάς μας.
Αυτόματα νιώθουμε πανικό.
Αν αισθανθούμε εγκαταλελειμμένοι και πολύ περισσότερο σε μια στιγμή ανάγκης, είμαστε προγραμματισμένοι να μπούμε σε κατάσταση πανικού και όταν ο εγκέφαλος λάβει αυτό το σήμα, τότε δεν σκεφτόμαστε πια, αλλά πράττουμε. Και τότε ξεκινούν οι καυγάδες που δεν είναι τίποτα άλλο από διαμαρτυρίες γιατί αισθανόμαστε αποκομμένοι από την αγάπη, διαμαρτυρίες που εκφράζουν την επιτακτική ανάγκη μας για εγγύτητα και σύνδεση.
Και τότε αρχίζουν οι λεγόμενοι «δαιμονικοί διάλογοι», αρνητικά μοτίβα δηλαδή, στα οποία εγκλωβιζόμαστε κάποιες φορές μέσα στη σχέση μας.
Και αν αυτοί οι διάλογοι κερδίσουν έδαφος, τότε η σχέση τραυματίζεται.
Παρέχει όλο και λιγότερη ασφάλεια και στους δυο συντρόφους και δημιουργείται συναισθηματική απόσταση.
Βέβαια το πρόβλημα στη σχέση δημιουργείται, όχι γιατί υπάρχουν συγκρούσεις καθώς αυτό είναι φυσικό και αναμενόμενο, αλλά γιατί δε γνωρίζουμε πώς να γεφυρώσουμε αυτή την συναισθηματική απόσταση και να επιδιορθώσουμε τον τραυματισμένο συναισθηματικό δεσμό. Αυτό είναι το πρόβλημα και δεν είναι ούτε η σύγκρουση ούτε η ανάγκη για έλεγχο».
Κανένας δεν θέλει να βρίσκεται σε μια σχέση με συνεχή προβλήματα, έτσι θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος επιδιόρθωσης, αρκεί να το θέλουν και οι δύο πλευρές.
«Αν στις περιπτώσεις που προαναφέρθηκαν ο σύντροφος που πλήγωσε είναι ανοιχτός να ακούσει τι προκάλεσε με τη συμπεριφορά του στον άλλον, έχει διάθεση να καταλάβει και να αναλάβει την ευθύνη της πράξης του δείχνοντας έμπρακτα πόσο λυπάται και δείξει με λόγια και πράξεις τη συναισθηματική του δέσμευση, τότε ο πληγωμένος ίσως νιώσει ότι η πληγή του, με προσπάθεια και από τους δύο, μπορεί και να επουλωθεί.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον φροντίδας το ρήγμα στη σχέση μπορεί να αποκατασταθεί και οι σύντροφοι να επανασυνδεθούν, να νιώσουν ξανά κοντά, να ξαναεμπιστευτούν», εξήγησε η κ. Σεληγκούνα.
Η ποιότητα του δεσμού με τον γονιό/φροντιστή ως παράγοντας που επηρεάζει τον τρόπο που συνδεόμαστε στις συντροφικές σχέσεις
«Η ικανότητα βέβαια για ανταπόκριση στο σύντροφό μας, για σύνδεση, για εμπιστοσύνη εξαρτάται από τον τρόπο που συνδεθήκαμε ως παιδιά με τον γονιό ή τον βασικό φροντιστή μας.
Όσο πιο πολύ καλύφθηκαν οι βασικές μας ανάγκες για
- προστασία,
- φροντίδα,
- επαφή,
- προσοχή ως παιδιά έχοντας έναν φροντιστικό και αξιόπιστο γονιό, τόσο μεγαλύτερη ικανότητα διαθέτουμε ως σύντροφοι να φροντίσουμε με τη σειρά μας,
- να αγκαλιάσουμε ζεστά,
- να ακούσουμε με νοιάξιμο,
- να εμπιστευτούμε,
- να νιώσουμε άνετα με την κοντινότητα διατηρώντας ταυτόχρονα και την αυτονομία μας μέσα στη σχέση».
Συναισθηματική απομάκρυνση συντρόφων και ψυχοσωματικά
«Όταν βρισκόμαστε για καιρό σε μια σχέση όπου ο συναισθηματικός δεσμός με τον σύντροφο έχει τραυματιστεί, συναισθήματα όπως το άγχος, ο θυμός, η απογοήτευση, η λύπη, η απόγνωση, η μοναξιά αποθηκεύονται στο σώμα και αν δεν εκφραστούν, ίσως εμφανιστούν με τη μορφή ψυχοσωματικών συμπτωμάτων.
Τα συμπτώματα για τον κάθε σύντροφο θα είναι διαφορετικά και σχετικά με τις μέχρι τότε ευαισθησίες του ή συνήθειες.
Η δυσφορία μπορεί να εκφραστεί μέσω διαταραχών ύπνου ή διατροφής, πόνων, κρίσεων πανικού, κατάθλιψης, χρήσης αλκοόλ κ.α
Δεν υπάρχει καμιά εγγύηση για σχέση χωρίς να τραυματιστούμε και να τραυματίσουμε και δεν υπάρχουν τρόποι να το αποφύγουμε.
Στην πορεία της ζωής συχνά θα πληγώσουμε ο ένας τον άλλο, γιατί η σχέση είναι σαν τον χορό, όπου ο ένας κάποια στιγμή μπορεί να πατήσει το πόδι του άλλου. Αν όμως η σχέση χαρακτηρίζεται από συναισθηματική ανταπόκριση, διαθεσιμότητα και δέσμευση και έχουμε εξασκηθεί στην τέχνη της επιδιόρθωσης, οι συγκρούσεις είναι σύντομες και οι πληγές είναι λιγότερο βαθιές.
Και αυτό γιατί θα γνωρίζουμε πια σε ποιο σημείο του ποδιού του συντρόφου μας βρίσκεται η πληγή και θα φροντίζουμε να είμαστε πιο προσεκτικοί ή αν το πατάμε κατά λάθος, να επανορθώνουμε άμεσα.
Για να έχουμε όμως αυτή τη διάθεση χρειάζεται απαραίτητα, όταν έρχεται το αγωνιώδες ερώτημα του συντρόφου που διαμαρτύρεται ή έχει πληγωθεί «είμαι ο μοναδικός για σένα, είμαι σημαντικός για σένα, είμαι η προτεραιότητά σου, μπορώ να βασιστώ πάνω σου;» η απάντηση να είναι ΝΑΙ ή τουλάχιστον ΙΣΩΣ.
Όταν όμως η απάντηση που δίνουμε μέσα μας στο ερώτημα “πιστεύω πραγματικά πως ο σύντροφός μου είναι εδώ για μένα;” είναι ΟΧΙ, τότε ας σκεφτούμε σοβαρά πως αυτή η σχέση ίσως δεν είναι για εμάς».
Η κ. Σεληγκούνα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ιδανικές σχέσεις δεν υπάρχουν, υπάρχουν όμως σύντροφοι-πραγματικοί άνθρωποι με δυνατά και αδύνατα σημεία με διάθεση να φροντίσουν και ικανότητα να συνδέονται που μπορούν να συνδιαμορφώσουν μια σχέση μέσα στην οποία θα νιώθουν ασφάλεια και ζεστασιά».
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ