Αυτή είναι η απάντηση του Υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα, σε Επίκαιρη Ερώτηση του Βουλευτή του Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέα Λοβέρδου, για το δημόσιο χρέος.
Τι ακριβώς απαντά ο υπουργός; Τι αναφέρει;
«Αξιότιμε κε. Συνάδελφε,
Το δημόσιο χρέος της χώρας, εδώ και δεκαετίες, είναι υψηλό.
Μέσα στην υγειονομική κρίση, αυτό αυξήθηκε.
Όπως αυξήθηκε και σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συγκεκριμένα, το δημόσιο χρέος στην ευρωζώνη έχει αυξηθεί κατά 12-14% του ΑΕΠ, εξαιτίας της πανδημίας, και κυμαίνεται στο 100% του ΑΕΠ.
Γι’ αυτό και υπάρχει συζήτηση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την ανάγκη βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους μεσομακροπρόθεσμα.
Στην Ελλάδα, διεθνείς οίκοι, θεσμοί και φορείς – όχι μόνο εγχώριοι, αλλά κυρίως διεθνείς – χαρακτηρίζουν το ελληνικό δημόσιο χρέος, παρά το ύψος του, βιώσιμο.
Και αυτό για μια σειρά από λόγους:
1ον. Οι παράμετροι του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι ευνοϊκές.
Συγκεκριμένα, η μέση σταθμική διάρκεια είναι άνω των 20 ετών, η μέση σταθμική διάρκεια ανα-τιμολόγησης είναι άνω των 19 ετών, το ποσοστό κυμαινόμενου χρέους είναι κάτω του 2%, το χρέος σε ξένο νόμισμα είναι κάτω του 1%.
2ον. Οι μικτές ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες, βασικός δείκτης αξιολόγησης της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, είναι χαμηλές.
Θα κυμανθούν, κατά μέσο όρο, στο 10% του ΑΕΠ έως το 2060, από τα χαμηλότερα ποσοστά σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
3ον. Οι δαπάνες εξυπηρέτησης τόκων είναι – σταθερά – χαμηλές.
Το μέσο σταθμικό ονομαστικό επιτόκιο είναι ύψους 1,4%.
4ον. Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας διατηρούνται σε υψηλά, ασφαλή επίπεδα.
Συγκεκριμένα, σήμερα, αυτά διαμορφώνονται περίπου στα 40 δισ. ευρώ, από τα υψηλότερα ποσά – ως ποσοστό του ΑΕΠ – πανευρωπαϊκά.
Αυτό είναι αποτέλεσμα της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και της έξυπνης και διορατικής εκδοτικής στρατηγικής του Υπουργείου Οικονομικών και του ΟΔΔΗΧ.
Συνιστά ένα ασφαλές πλαίσιο για τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους.
Σε κάθε περίπτωση, πέραν αυτών των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και γνωρισμάτων του ελληνικού δημοσίου χρέους, η αποκλιμάκωσή του θα γίνει μέσω της ισχυρής ανάκαμψης και της διατηρήσιμης ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, όπως αυτές επιτυγχάνονται από το 2021, όσο και μέσα από τη σταδιακή επίτευξη δημοσιονομικής ισορροπίας και την υλοποίηση ρεαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων, λαμβάνοντας – φυσικά – υπόψη την ανάγκη επιτυχούς αντιμετώπισης των πολλών, διαδοχικών και παράλληλων εξωγενών κρίσεων, όπως – μέχρι σήμερα – γίνεται.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
Αξιότιμε κε. Συνάδελφε,
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος του Ερωτήματός σας, πράγματι, στις 25 Φεβρουαρίου, η Ελλάδα, εν μέσω αυξημένης παγκόσμιας αβεβαιότητας και ανασφάλειας, έκανε ένα σημαντικό βήμα ισχυροποίησης και αυτοπεποίθησής της.
Οι Υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης εγκρίναμε την πρόωρη αποπληρωμή του υπολοίπου των δανείων που είχε λάβει η χώρα μας από το ΔΝΤ, καθώς και την πρόωρη εξόφληση μέρους των διμερών δανείων της Ελλάδας με κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με αυτή, την τρίτη, προεξόφληση του ΔΝΤ, η Ελλάδα αποπληρώνει – δύο χρόνια πριν από τη λήξη της – το σύνολο της οφειλής της προς το Ταμείο, συνολικού ύψους 8,2 δισ. ευρώ.
Προεξόφληση που η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2019, συνέχισε τον Μάρτιο του 2021 και ολοκληρώνει – σε λιγότερο από 2,5 χρόνια – την άνοιξη του 2022.
Πρόκειται για μια πολύ θετική εξέλιξη, με υψηλή συμβολική αξία και ουσιαστικό όφελος για τη χώρα μας.
§ Επιτυγχάνεται η βέλτιστη αξιοποίηση των ταμειακών διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου.
§ Επιτυγχάνεται η περαιτέρω μείωση του επιτοκιακού και του συναλλαγματικού κινδύνου.
§ Επιτυγχάνεται η μείωση – βραχυπρόθεσμα – του κινδύνου αναχρηματοδότησης.
§ Βελτιώνονται οι βασικοί δείκτες βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, όπως είναι ο δείκτης ετήσιων μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών ως ποσοστό του ΑΕΠ και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ.
§ Διασφαλίζεται ταμειακό όφελος, ύψους 56 εκατ. ευρώ, που προκύπτει από την διαφορά του υφιστάμενου κόστους εξυπηρέτησης των δανείων αυτών και του εναλλακτικού κόστους νέου δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου, από τις αγορές για αντίστοιχες διάρκειες.
Έτσι, το συνολικό όφελος των τριών προεξοφλήσεων του ΔΝΤ διαμορφώνεται στα 230 εκατ. ευρώ.
Όφελος που αξιοποιείται από την Κυβέρνηση για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, κυρίως των πιο ευάλωτων συμπατριωτών μας.
Επιπλέον είναι σημαντικό ότι η νέα αυτή πρόωρη αποπληρωμή αναμένεται να εκληφθεί, όπως άλλωστε συνέβη και με τις προηγούμενες αντίστοιχες, ως ένα πολύ θετικό γεγονός αναφορικά με το αξιόχρεο του Ελληνικού Δημοσίου, τόσο από τους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όσο και από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Ήδη, την τελευταία Παρασκευή, ο Οίκος Αξιολόγησης DBRS Morningstar προχώρησε στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα.
Έτσι, η χώρα φθάνει ένα μόλις «σκαλοπάτι» πριν την επενδυτική βαθμίδα.
Σημειώνεται ότι είναι ο δεύτερος οίκος αξιολόγησης, και πρώτος από τους επιλέξιμους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που θέτει τη χώρα και την οικονομία της σε αυτό το επίπεδο».
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ