Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Σύρου συνεχίζεται η δίκη του 30χρονου κατηγορούμενου για τη δολοφονία της Γαρυφαλλιάς στη Φολέγανδρο, μέσα σε κλίμα έντονης συναισθηματικής φόρτισης.
Ο 30χρονος απολογήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου για περισσότερο από δύο ώρες. Στην απολογία του, αρχικά έδωσε συλλυπητήρια στην οικογένεια του θύματος για το συμβάν, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε και στο ιατρικό ιστορικό του, αλλά για τα χρόνια του στο Πανεπιστήμιο και τον Στρατό.
Όπως υποστήριξε, νόμιζε ότι τον παρακολουθούν και ότι είχαν βάλει κάμερες. Δεν μιλούσε σε κανέναν κι ότι κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην ΑΣΟΕΕ ζήτησε από την οικογένεια του να τον παραλάβει και να επιστρέψει πίσω στην Κόρινθο, όπου και επισκέφθηκε για πρώτη φορά ψυχίατρο.
Αυτός του έδωσε φαρμακευτική αγωγή, την οποία όπως υποστήριξε, ποτέ δεν έλαβε.
Προσπάθησε να τελειώσει τις πανεπιστημιακές του σπουδές, μη αναφέροντας σε κανένα όλα αυτά τα ψυχολογικά προβλήματα που υπήρχαν.
Στον στρατό επίσης εμφάνισε κάποιες κρίσεις.
Ακόμα και στον εργασιακό του χώρο, νόμιζε ότι όλοι μιλούσαν γι’ αυτόν κι ότι όλοι συνωμοτούσαν εναντίον του.
Είχε μια σχέση ενάμισι χρόνο, πριν από τη σχέση του με τη Γαρυφαλλιά, στην οποία, όπως λέει περνούσε καλά, η οποία τελείωσε όταν του διεμήνυσε η σύντροφος του ότι ήταν έγκυος και αποφάσισαν από κοινού να διακόψουν τη σχέση τους.
Σχετικά με τη γνωριμία του με τη Γαρυφαλλιά, είπε ότι γνωρίστηκαν το καλοκαίρι του 2020 μέσα από τα social media και στη συνέχεια, μετά από δύο εβδομάδες, συναντήθηκαν.
Πηγαίνανε βόλτες, καθόντουσαν στην παραλία ή ερχόταν σπίτι του. Υποστήριξε πως ήταν μια σχέση χωρίς δεσμεύσεις, εκατέρωθεν, όπως τη χαρακτήρισε. Μια ελεύθερη σχέση, στην οποία μάλιστα, όπως είπε, η Γαρυφαλλιά έβλεπε και κάποιον άλλον άνδρα. Τον είχε ρωτήσει κατά καιρούς για διαταραχές ψυχικές, χωρίς ωστόσο να του αναφέρει τίποτα το συγκεκριμένο.
Είχαν πάει για κάμπινγκ μια φορά και του πρότεινε να πάνε μαζί διακοπές. Του φάνηκε, λέει, καλή ιδέα για να ξεφύγει λίγο, και του πρότεινε να πάνε στη Φολέγανδρο. Αυτός όμως είχε τα θέματά του και τις επιφυλάξεις του και προσπάθησε να το αποφύγει, αλλά τελικά πήγανε μαζί εκεί και κάνανε ελεύθερο κάμπινγκ.
Η ημέρα του φόνου
Όπως είπε, πήγανε μαζί το πρωί για καφέ και στη συνέχεια αποφασίσανε να πάνε κάπου να φάνε. Η άτυχη Γαρυφαλλιά του έδινε οδηγίες μέσα από το GPS. Μπήκανε σε ένα χωματόδρομο και ξαφνικά άρχισε το αυτοκίνητο να σπινιάρει . Υπήρχε μια μεγάλη ένταση μεταξύ τους λεκτική. Χαθήκανε στο δρόμο. Άρχισαν πάλι να έρχονται παρανοϊκές ιδέες στο μυαλό του. Οδηγούσε και χωρίς να το καταλάβει το αυτοκίνητο βρέθηκε ξαφνικά στην άκρη του γκρεμού. Θυμάται τη Γαρυφαλλιά να βγαίνει από το αυτοκίνητο και στη συνέχεια και ο ίδιος.
Σε εκείνο το σημείο τα αδέλφια της άτυχης γαρυφαλλιάς δεν άντεξαν την έντονη συγκινησιακή φόρτιση και κλαίγοντας βγήκαν έξω από την αίθουσα μαζί με τη μητέρα του. Παρά τις επίμονες ερωτήσεις, τόσο του προέδρου της Έδρας όσο και της Εισαγγελέως, ο κατηγορούμενος δεν μπορούσε να θυμηθεί πώς η Γαρυφαλλιά βρέθηκε από το γκρεμό, ξαφνικά στη θάλασσα.
Και δεν επιβεβαίωσε, ούτε τις καταθέσεις που είχε δώσει στους αστυνομικούς μετά την τέλεση της πράξεώς του – δεν επιβεβαίωσε δηλαδή ότι την έσπρωξε και την έριξε στον γκρεμό – ούτε παραδέχεται ότι τη σκότωσε αυτός.
Θυμάται τη Γαρυφαλλιά να λέει «Τι είναι αυτά που κάνεις;» και όχι να φωνάζει βοήθεια. Δεν θυμάται να την σπρώχνει και δεν θυμάται πώς έπεσε στα βράχια. Κάποια στιγμή, θυμάται τον εαυτό του να παίρνει το σακίδιο του από το αυτοκίνητο και να πηγαίνει μέσα στη θάλασσα προκειμένου να της προσφέρει, όπως είπε χαρακτηριστικά, τις πρώτες βοήθειες.
Της έκανα, λέει, τεχνητές αναπνοές και της έδωσα το φιλί της ζωής για να τη σώσω. Κάποια στιγμή είδα ότι το πρόσωπό της είχε ασπρίσει και ότι τα χείλη της είχαν μελανιάσει κι έβγαζε αφρούς και νερά από το στόμα της. Τότε κατάλαβα ότι ήτανε νεκρή. Πανικοβλήθηκα και άρχισα να κολυμπώ κατά μήκος της παραλίας για ώρες ολόκληρες, χωρίς να ξέρω τι έχει γίνει. Σκεφτόμουν συνέχεια τη Γαρυφαλλιά.
Σκεφτόμουν ότι κάτι κακό έχει συμβεί, αλλά δεν μπορούσα να διανοηθώ τι ήταν αυτό. Κοιμήθηκα, λέει, στο βουνό. Πήγα και σ’ ένα εγκαταλειμμένο σπίτι για να πιω νερό. Τυχαία περπατώντας, την επόμενη μέρα, στο δρόμο, βρέθηκα στο ίδιο σημείο που ‘χα αφήσει το αυτοκίνητο. Έκατσα στην άκρη του γκρεμού, με σκοπό να πηδήξω. Ξαφνικά με βρήκανε οι αστυνομικοί με πολιτικά και το πρώτο πράγμα που τους ρώτησα ήταν πού είναι η Γαρυφαλλιά.
Στη συνέχεια, με πήγαν στο τμήμα και τους είπα ότι δεν είμαι σε κατάσταση να τους πω τι έχει γίνει. Μετά, πήγα στα κρατητήρια της Νάξου, όπου έκανα και απόπειρα αυτοκτονίας δένοντας ένα σεντόνι στα κάγκελα, το οποίο σχίστηκε και χτύπησα στο κεφάλι, είπε κατά τη διάρκεια της απολογίας του ο κατηγορούμενος.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ