Την επόμενη εβδομάδα αναμένεται να ξεκινήσει ο προσεισμικός έλεγχος των δημόσιων κτηρίων της χώρας.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, ιδιαίτερη προσοχή και προτεραιότητα θα δοθεί στα 20.000 σχολεία και νοσοκομεία, ενώ σε δεύτερο χρόνο ο έλεγχος θα συνεχιστεί σε άλλα δημόσια κτήρια.
Όπως εκτιμάται, οι προσεισμικοί έλεγχοι θα διαρκέσουν 6 έως 8 μήνες, με την εκτίμηση της σεισμικής διακινδύνευσής τους να ακολουθείται από λήψη περαιτέρω μέτρων για τη θωράκιση των κτισμάτων.
Τη διενέργεια του πρωτοβάθμιου και του δευτεροβάθμιου προσεισμικού ελέγχου έχει αναλάβει το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, ενώ ο Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) θα έχει την εποπτεία.
Παράλληλα, θα δημιουργηθεί μια πλατφόρμα, προκειμένου να καταχωρούνται όλοι οι έλεγχοι που διενεργούνται σε όλα τα κτήρια της χώρας.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ και καθηγητής του ΕΚΠΑ, Ευθύμης Λέκκας τόνισε ότι:
«Ο πρωτοβάθμιος έλεγχος θα γίνει μέσα σε 6-8 μήνες από εκεί που κάναμε 20 χρόνια για να ελέγξουμε το 30% των σχολείων. Το ΤΕΕ θα κάνει τους ελέγχους με την εποπτεία και την επιστημονική συνδρομή του ΟΑΣΠ, που θα έχει και τη βάση δεδομένων για όλα τα κτήρια της χώρας. Στην ηλεκτρονική πλατφόρμα που θα φτιαχτεί θα καταχωρούνται οι έλεγχοι με ηλεκτρονικό τρόπο όχι με δελτία που γίνονταν παλαιότερα. Τα στοιχεία αυτά αν είναι σωστά και επαρκή πηγαίνουν απευθείας στην πλατφόρμα του ΟΑΣΠ, αν δεν είναι δεν μπορούν να αποσταλούν για καταχώρηση.
Το 1959 είχαμε την πρώτη απόφαση για αντισεισμικές συστάσεις. Όλα τα κτήρια μέχρι το 1985 που ήταν ο πρώτος αντισεισμικός κανονισμός χτίστηκαν με αυτές τις συστάσεις που είχαν εκδοθεί από καθηγητές του ΕΜΠ, ήταν κανονιστική διάταξη.
Αυτά τα κτήρια δεν είναι επικίνδυνα αλλά είναι κτήρια που δεν είναι τόσο σύγχρονα όσο με τον αντισεισμικό κανονισμό του 1985 και 1995. Ήταν όμως και κτήρια πριν το 1959. Τα κτήρια έχουν κι αυτά μια αντισεισμικότητα διότι από το 1929 και μετά (έπειτα δηλαδή από τους σεισμούς του 1926) δόθηκαν τότε κάποιες συστάσεις κανονισμών, οπότε κι αυτά έχουν ως έναν βαθμό κάποια αντισεισμική θωράκιση».
Παράλληλα, ο κ. Λέκκας εξήγησε ότι ο πρωτοβάθμιος έλεγχος δεν θα κρίνει την καταλληλότητα ή την ακαταλληλότητα ενός κτηρίου, αλλά τη στάθμη της αντισεισμικότητας.
«Ο πρωτοβάθμιος έλεγχος δεν θα λέει αν ένα κτήριο είναι κατάλληλο ή ακατάλληλο αλλά οδηγεί στη διαπίστωση μιας στάθμης κινδύνων. Τα κτήρια θα έχουν έναν χαρακτηρισμό ως προς την στάθμη της αντισεισμικότητας. Αυτή η διαδικασία του πρωτοβάθμιου και δευτεροβάθμιου ελέγχου είναι μία επιτελική διαδικασία για να δούμε τι κτηριακό απόθεμα έχουμε, που είμαστε και τι επεμβάσεις χρειάζεται να κάνουμε την κάθε φορά», σημείωσε.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον ΟΑΣΠ, το 46% των κτιρίων της χώρας έχουν χτιστεί από το 1959-1985 με τον αντισεισμικό κανονισμό του 1959, το το 32% πριν το 1959 χωρίς αντισεισμικό κανονισμό, το 13% των κτηρίων που έχουν χτιστεί από το 1985 έως το 1995 με τον αντισεισμικό κανονισμό του 1959 και τα πρόσθετα άρθρα του 1984/85 ενώ το 9% που έχουν χτιστεί από το 1995 έως σήμερα με τον νέο αντισεισμικό κανονισμό του 1995 και τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό του 2000.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ