Επιστολή του 2020, που ενημέρωνε τον Πρωθυπουργό για την κατάσταση του σιδηροδρόμου, δημοσιοποίησε διωκόμενο πρώην στέλεχος του ΟΣΕ!
Την εμπιστευτική επιστολή είχε στείλει στον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ, Κώστας Σπηλιόπουλος, ο οποίος ελάχιστες ημέρες μετά είχε υποβάλει την παραίτησή του, αφήνοντας ήδη από τότε σαφείς αιχμές για τη μηδενική συνεργασία με την ηγεσία του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών εκείνη την εποχή και τον υπουργό, Κώστα Καραμανλή, όπως αναφέρει σε άρθρο του το Ethnos.
Καταγγέλλει απαράδεκτες μεθοδεύσεις
Ο κ. Σπηλιόπουλος, στην επιστολή του, τμήματα της οποίας έδωσε στη δημοσιότητα, με αφορμή την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του από τον εφέτη ανακριτή, που διερευνά την τραγωδία των Τεμπών, κάνει λόγο για «δύσοσμες υποθέσεις, κομματικοποίηση και πλήρη αδρανοποίηση των λειτουργιών της εταιρείας», αλλά και για «απαράδεκτες μεθοδεύσεις» εναντίον του, καταγγέλλοντας πως όλα αυτά ήταν γνωστά στο αρμόδιο υπουργείο.
Από την επιστολή προκύπτει ότι για το ζήτημα των προβλημάτων στον σιδηρόδρομο ο ίδιος είχε ενημερώσει εκείνη την περίοδο και τον τότε διευθυντή του πρωθυπουργικού γραφείου, Γρηγόρη Δημητριάδη.
Τι αναφέρει η επιστολή στον πρωθυπουργό
O πρώην επικεφαλής του ΟΣΕ, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει και επικεφαλής της ΕΡΓΟΣΕ, αναφέρει στην επιστολή του προς τον Πρωθυπουργό: «Φαίνεται όμως ότι η προσπάθεια που κάνουμε, ενοχλεί τις υπάρχουσες δομές, όπως λειτουργούσαν και τα διάφορα συμφέροντα που βρίσκουν ευήκοα ώτα στους διαδρόμους του Υπουργείου. Ο Υπουργός, παρά τα επίμονα αιτήματά μου, ποτέ δεν με δέχτηκε για συνεργασία και ενημερώσεις. Αντίθετα, με διάφορους τρόπους υπονομεύει την προσπάθειά μου και την παρουσία μου.
Φαίνεται ότι χάλασε η συνταγή και διαψεύστηκαν οι προσδοκίες ορισμένων. Οι λόγοι που συμβαίνουν αυτά είναι σε μένα απολύτως καθαροί και τους έχω αναφέρει στον κ. Δημητριάδη, θέλουν διοίκηση απόλυτα υποταγμένη στους δικούς τους σχεδιασμούς και αυτά δυστυχώς είναι σε γνώση του Υπουργού».
Στην ίδια επιστολή ο κ. Σπηλιόπουλος, που ήταν στο τιμόνι του ΟΣΕ για διάστημα 7 μηνών, από τις αρχές Νοεμβρίου του 2019 ως τις 3 Ιουνίου του 2020, οπότε και είχε υποβάλει την παραίτησή του, επεσήμαινε ακόμα ότι «ο ΟΣΕ και ο σιδηρόδρομος δεν χωρούν δυσλειτουργίες, καθυστερήσεις, συνδικαλιστικούς και κομματικούς ανταγωνισμούς και κυρίως αδιαφάνεια και παλαιοκομματικές μεθοδεύσεις. Αντίθετα, χρειάζονται ανασυγκρότηση, ταχύτητα, εκσυγχρονισμό και γρήγορη προσαρμογή στις νέες ευρωπαϊκές απαιτήσεις. Θεωρώ ότι έχω ευθύνη απέναντι σας και γι’ αυτό πρέπει να σας ενημερώσω».
Κλείνοντας την επιστολή ανέφερε πως η ευθύνη που απορρέει από τη θέση, την οποία κατείχε, ήταν μεγάλη και ως εκ τούτου «δεν μου επιτρέπεται να αποδεχθώ τέτοιου είδους προσβολές και μεθοδεύσεις».
Ρωτούσε μάλιστα τον Πρωθυπουργό, αν πρέπει να συνεχίσει στη θέση του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου του ΟΣΕ και αν είναι ισχυρή η σχέση εμπιστοσύνης και συνεργασίας που είχαν αναπτύξει.
«Αν η απάντηση είναι θετική, ζητώ:
- την στήριξη στο πρόσωπό μου
- αλλαγή των μελών του Δ.Σ. με άτομα της δικής σας απολύτου εμπιστοσύνης
- την αυστηρή αξιολόγηση της θητείας μου στον ΟΣΕ μετά από ένα (1) χρόνο
- την επίσκεψή σας στον ΟΣΕ, αν είναι δυνατόν, που θα σηματοδοτήσει μια νέα εποχή για τον σιδηρόδρομο στην Ελλάδα και την ανασυγκρότηση και εξυγίανση του ΟΣΕ».
Η ποινική δίωξη
Σήμερα, έξι μήνες μετά το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, είναι πλέον γνωστό ότι ο σιδηρόδρομος λειτουργούσε για χρόνια χωρίς τα απαραίτητα συστήματα ασφαλείας, τα οποία θα είχαν αποτρέψει την ανείπωτη τραγωδία με τους 57 νεκρούς.
Η απόδοση των ευθυνών για την απουσία αυτών των συστημάτων, αποτελούν και έναν από τους λόγους της ποινικής δίωξης που άσκησε ο εφέτης ανακριτής, που έχει αναλάβει τη διερεύνηση της τραγωδίας των Τεμπών, σε τέσσερα πρώην στελέχη του ΟΣΕ, ένα εκ των οποίων είναι και ο κ. Σπηλιόπουλος.
Οι διώξεις αφορούν δύο πρώην προέδρους και διευθύνοντες σύμβουλους του ΟΣΕ, έναν πρώην διευθύνοντα σύμβουλο και ένα εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΣΕ.
Οι τέσσερεις κατηγορούνται για το κακούργημα της διατάραξης ασφάλειας των συγκοινωνιών και για τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας, της βαριάς σωματικής βλάβης και ελαφράς σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή.
Οι διώξεις σχετίζονται και με τη μη διασφάλιση συντήρησης των συστημάτων ασφαλείας, όπως το ψηφιακό σύστημα επικοινωνίας GSM-R και το σύστημα σηματοδότησης.
Η ανάρτηση με ολόκληρο το κείμενο του Κώστα Σπηλιόπουλου:
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ