Ένα από τα παλαιότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Ελλάδα είναι το Χριστόψωμο, το οποίο ετοιμάζουν αυτές τις ημέρες τα νοικοκυριά.
Αναλυτικότερα, την ημέρα των Χριστουγέννων, κάθε νοικοκύρης έπαιρνε το Χριστόψωμο, το σταύρωνε και το μοίραζε σ’ όλη την οικογένεια, αλλά και σε όσους παρευρίσκονταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Μάλιστα, οι παραδόσεις ανά περιοχή είναι πολλές, αλλά σε όλες συμβολίζει την ενότητα της Εκκλησίας και των λαών.
Στη μέση της επιφάνειας του εορταστικού ψωμιού σχηματίζεται με ζυμάρι ένας σταυρός και στις άκρες του τοποθετούνται αμύγδαλα και καρύδια, που αποτελούν σύμβολα πλούσιας παραγωγής.
Σε μερικά μέρη μέσα στο ζυμάρι βάζουν κι ένα νόμισμα ή κάποιο άλλο σημάδι, για να φανεί, κατά το μοίρασμα, ο τυχερός τού σπιτιού.
Στη Μάνη, κάθε οικογένεια φουρνίζει τα χριστόψωμα, τα οποία διακοσμούνται με σταυρούς και ποικίλα στολίδια, ενώ κόβονται στο τραπέζι των Χριστουγέννων.
Οι Σαρακατσάνοι φτιάχνουν δύο χριστόψωμα, ένα με κεντίδια που αφιερώνεται στο Χριστό «για να τους φυλάει και να τους βλογάει», στο οποίο σκαλίζουν ένα μεγάλο σταυρό – φεγγάρι με πέντε λουλούδια και τη Χριστοκουλούρα που είναι για τα πρόβατα, καθώς με αυτόν τον τρόπο οι βοσκοί ζητούν από τον Κύριο να βλογήσει τα ζωντανά.
Στη Χριστοκουλούρα παριστάνεται με ζύμη, όλη η ζωή της στάνης, δηλαδή η μάντρα, τα πρόβατα, οι βοσκοί κ.ά..
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η κεφαλλονίτικη συνήθεια των ημερών, με όλο το σόι να συγκεντρώνεται στο σπίτι του πιο ηλικιωμένου, τοποθετώντας στο πάτωμα «χιαστί» τρία δαυλιά και πάνω τους βάζουν την «κουλούρα».
Αφού ακουμπήσουν όλη την κουλούρα, ο νοικοκύρης ψάλλει το «Η γέννησή σου Χριστέ ο Θεός …;» και ρίχνει λάδι στα δαυλιά, βάζοντάς τα στη φωτιά.
Μετά κόβει την κουλούρα, τη μοιράζει και δειπνούν όλοι μαζί.
Μυτιλήνη: Το χριστόψωμο της Μικρασίας
Το Χριστόψωμο της Μικρασίας ήταν επτάζυμο ή ‘φτάζυμο, πάει να πει ζυμωμένο επτά φορές.
Στον Αδραμμυτινό κόλπο, απέναντι από τη βόρεια και ανατολική Λέσβο «πιάναν» τη μαγιά του καιρό πριν το ζύμωμα με «ροβιθόζουμο» και βασιλικό!
Σύμφωνα με καταγραφές από Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Λέσβο, τα ρεβίθια μουσκεύονταν με αγιασμό και βασιλικό. Στη συνέχεια αφήνονταν για επτά μέρες δίπλα από τα εικονίσματα κι ακολουθούσε το σούρωμα σε ένα τουλπάνι. Ότι περίσσευε δεν πεταγόταν μα «δίνονταν στις όρθες (σσ: στις κότες πάει να πει)».
Ακολουθούσε το πρώτο ζύμωμα με λίγο αλεύρι, με σκοπό να γίνει μια μαλακιά και στρωτή ζύμη. Αυτή τη ζύμη τη «σφράγιζαν» με τα χέρια τους και την αφήναν σκεπασμένη σε ένα ζεστό μέρος «να ανεβεί».
Συνολικά, φούσκωναν με τον ίδιο τρόπο τη ζύμη προσθέτοντας κάθε φορά νερό κι αλεύρι. Την έβδομη φορά προσέθεταν λίγο λάδι, μυρωδικά (μοσχοκάρυδο, κανέλλα) και λίγη ζάχαρη.
Μετά το έβδομο ζύμωμα η ζύμη στολίζονταν με καρύδια και σουσάμι ενώ στα νοτιότερα τμήματα του Αδραμμυτινού κόλπου κοντά στο Αιβαλί σφραγίζονταν και με τα «αιτέλια», μια ξύλινη στρογγυλή σφραγίδα με το δικέφαλο αετό.
Τρώγονταν το πρωί της μέρας των Χριστουγέννων μετά την εκκλησία με τη πρώτη μπουκιά να βουτιέται σε γλυκό λιαστό κρασί.
Μέχρι την τελευταία του μπουκιά στο Χριστόψωμο δεν μπήγονταν μαχαίρι και τα όποια ψίχουλα πήγαιναν και αυτά «στις όρθες»!
Το Μικρασιάτικο αυτό έθιμο τηρείται και σήμερα 100 χρόνια μετά την καταστροφή σε πολλά σπίτια της Λέσβου κυρίως σε αυτά με κατοίκους προσφυγικής καταγωγής.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ