Το χρονικό της έρευνας για το δυστύχημα των Τεμπών, σκιαγράφησε, μεταξύ άλλων, ο δικηγόρος Αλέξανδρος Λυκουρέζος στον τηλεοπτικό φακό της εκπομπής «Κοινωνία Ώρα MEGA», σημειώνοντας μάλιστα, ότι «Μπορεί να ασκηθούν διώξεις σε πολιτικά πρόσωπα».
Η βάση της έρευνας τονίζει ότι πρέπει να είναι η σύμβαση 717 σχετικά με την τηλεδιοίκηση και τη σηματοδότηση.
Πιο συγκεκριμένα, χωρίζει τη διαδικασία σε 3 κύκλους.
Ως πρώτο κύκλο, θέτει την έρευνα των κατηγορουμένων, σταθμάρχη και επιθεωρητή και ως δεύτερο τις ποινικές ευθύνες των διαχειριστών και των συντηρητών του σιδηροδρομικού δικτύου.
Ο τρίτος πάλι κύκλος, αφορά την ευθύνη των πολιτικών προσώπων, δηλώνοντας σχετικά:
«Βασικός άξονας της δικαστικής έρευνας θα πρέπει να είναι η σύμβαση 717, και να ερευνηθεί και να επισημανθεί ποιοι είναι οι λόγοι που δεν ολοκληρώθηκε αυτή η σύμβαση για να έχουμε την τηλεδιοίκηση και την σηματοδότηση που έπρεπε… Θα διερευνούν ενδεχομένως οι προϋποθέσεις, ενδεχόμενου δόλου διαφόρων οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την μη υλοποίηση αυτής της συμβάσεως».
Ακόμη, εγκρίνει την απόφαση του κ. Ντογιάκου να ξεκινήσει την έρευνα από 17 χρόνια πίσω αναφέροντας και ότι «αν έχουμε κατηγορίες για ενδεχόμενο δόλο θα έχουμε παραγραφές για κακουργήματα που καλύπτουν 15-18 χρόνια».
«Συμβολικό το ένταλμα σύλληψης του Πούτιν»
Πέρα από τις σκέψεις του γύρω από το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη, ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος αναφέρθηκε και στο ένταλμα σύλληψης του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν.
Καταστώντας σαφές πως 123 χώρες έχουν αναγνωρίσει το καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, επισημαίνει ότι όπως οι ΗΠΑ, το Σουδάν και το Ισραήλ, έτσι και η Ρωσία απέσυρε την υπογραφή της το 2016 και για αυτό η χώρα δεν αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.
Ακόμη αναφέρει πως σύμφωνα με το «άρθρο 7 εξεδόθηκε το ένταλμα σύλληψης για τη βίαιη μετακίνηση πληθυσμών, κυρίως παιδιών, στη Ρωσία».
Όπως παράλληλα επισημαίνει, η πιθανότητα το κατηγορητήριο να διευρυνθεί και με άλλα εγκλήματα πολέμου αλλά και οι κατηγορίες να αρχίσουν να απευθύνονται και σε άλλους ρώσους αξιωματούχους, στρατιωτικούς κ.α., είναι ακόμα στο τραπέζι.
Επιπλέον, σημειώνει πως εγκλήματα που προβλέπει το καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου δεν παραγράφονται ποτέ και ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να συλληφθεί, παρά μόνο αν βρεθεί, πράγμα που δεν θα συμβεί, σε μία εκ των 123 χωρών που έχουν αναγνωρίσει και υπογράψει το καταστατικό… Η εθνική δικαιοσύνη κάθε κράτους έχει τις ίδιες δυνατότητες να ασκήσει διώξεις και να προχωρήσει σε εφαρμογή του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αλλά αυτό πιστεύω ήταν περισσότερο μια συμβολίκη και σημασία πολιτική έχει αυτή η έκδοση του εντάλματος σύλληψης, δεν θα υπάρξει ουσιαστικά συνέχεια».
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ