Να επιστραφούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους, καλεί με ένα μακροσκελές άρθρο του, στον Guardian ο διάσημος Βρετανός αρθρογράφος, Σάιμον Τζένκινς.
Την ίδια στιγμή, ο Μάικλ Μπίνιον, βασικός αρθρογράφος των «The Times» του Λονδίνου, της ναυαρχίδας του Συντηρητικού Τύπου μίλησε αποκλειστικά στο κεντρικό δελτίο της ΕΡΤ και τον Απόστολο Μαγγηριάδη, δηλώνοντας την έκπληξή του για τη στάση του Ρίσι Σούνακ.
Δήλωσε αισιόδοξος για την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ του μουσείου και της ελληνικής κυβέρνησης, ειδικά εφόσον οι Εργατικοί σχηματίσουν κυβέρνηση τον επόμενο χρόνο, ενώ εξήγησε ότι ο Σούνακ τα έκανε όλα για να αντιμετωπίσει μια σειρά εσωκομματικών προβλημάτων.
Ο Μπίνιον είναι ο συγγραφέας του άρθρου με το οποίο οι Times άλλαξαν στάση στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα και ζητούν την επιστροφή τους στην Αθήνα…
Όπως και ο βρετανικός Guardian.
«Ο καυγάς για τα Γλυπτά του Παρθενώνα; Είναι πέρα για πέρα ανόητος.
Ο Ρίσι Σούνακ φωνάζει «Δικό μου, δικό μου» σαν παιδί σε παιδική χαρά. Αρνείται να πιεί ένα φλιτζάνι τσάι με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης γελάει.
Το έθνος χασμουριέται – οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι πάνω από τους μισούς θα είναι ευτυχείς να δουν τα μάρμαρα να επιστρέφουν στον τόπο τους και λίγο πάνω από το 20% θέλουν να μείνουν.
Κάθε πολιτισμένος Βρετανός γνωρίζει ότι πρέπει να εκτίθενται εκεί που ανήκουν – στην πρώην πατρίδα τους, την Αθήνα. Αλλά πόσο διασκεδαστικό είναι να αναζητούμε έξυπνους λόγους για τους οποίους αυτό δεν πρέπει ποτέ να συμβεί», γράφει ο ίδιος.
«Οι νόμοι μπορούν να αλλάξουν»
«Η αγωνία του Σούνακ να γίνεται καθημερινά πρωτοσέλιδο «ξεφεύγει» μέρα με τη μέρα», λέει και περιγράφει την πρόσφατη διαμάχη ανάμεσα σε Λονδίνο και Αθήνα.
Ο Σάιμον Τζένκινς αναφέρει ακόμα ότι φυσικά η Βρετανία έχει νόμιμο τίτλο όσον αφορά στα αγάλματα, αλλά οι νόμοι μπορούν να αλλάξουν.
«Ο Λόρδος Έλγιν πιθανότατα τα έσωσε από την καταστροφή, αν και αργότερα καταστράφηκαν κατά τον καθαρισμό τους.
Φυσικά, ο επαναπατρισμός τους μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο αν θέλετε να το κάνετε, αλλά όχι αν δεν το κάνετε.
Είναι αλήθεια ότι περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν τα μάρμαρα στο Λονδίνο από ό, τι στην Αθήνα, αλλά δεν τα βλέπουν ολοκληρωμένα. Και λοιπόν; Δεν μεταφέρουμε τις πυραμίδες στο Λονδίνο για να κάνουμε μεγαλύτερη εντύπωση».
«Το ζήτημα των μαρμάρων αφορά απλώς την ακεραιότητα μιας από τις μεγαλύτερες καλλιτεχνικές συνθέσεις της Ευρώπης.
Αυτά τα αγάλματα προήλθαν από την πηγή του ευρωπαϊκού πολιτισμού στην πιο διαμορφωτική στιγμή του, τον 5ο αιώνα π.Χ», γράφει ακόμα και χαρακτηρίζει τα Γλυπτά του Παρθενώνα ως το «διαμάντι του στέμματος» για τους Έλληνες.
Καλεί επίσης τη βρετανική κυβέρνηση να δείξει ανωτερότητα και να μην ταπεινώνει άλλο τον εαυτό της.
Μιλάει επίσης για μετα-αυτοκρατορική αλαζονεία, σημειώνοντας:
«Η κυβέρνηση της Βρετανίας λέει στον υπόλοιπο κόσμο: μπορεί να έχετε πάρει πίσω την ανεξαρτησία σας, αλλά δεν παίρνετε τα αντικείμενά σας.
Κανένα από αυτά τα εκατομμύρια αντικείμενα δεν δημιουργήθηκε για να κλειδωθεί στο διηνεκές σε ένα υπόγειο του Λονδίνου. Τα περισσότερα κατασκευάστηκαν σε μακρινές χώρες, των οποίων οι πολίτες μπορεί να είναι υπερήφανοι που τα εκθέτουν δημόσια.
Δεν υπάρχει τίποτα ιερό σε ένα μουσείο. Είναι ένα αφύσικο μέρος για να αφήσετε χιλιάδες αντικείμενα παγωμένα στο χρόνο και τον τόπο, ευάλωτα σε κλοπή και φθορά».
Και καταλήγει: «Η αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα μουσεία έχουν πάρα πολλά πράγματα, πάρα πολλά.
Θα πρέπει να τα διανείμουν στον υπόλοιπο κόσμο. Η επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα μπορεί πράγματι να αποτελέσει ένα εξαιρετικό προηγούμενο».
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ