Ήταν 20 Σεπτεμβρίου του 1971, όταν η «πένα» του βραβευμένου με Νόμπελ λογοτέχνη, Γιώργου Σεφέρη, σταμάτησε να γράφει.
Ο Γιώργος Σεφέρης, κατά κόσμον Γιώργος Σεφεριάδης, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1900, στη Σμύρνη και ήταν το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά του Στυλιανού Σεφεριάδη και της Δέσποινας Τενεκίδη.
Ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του στη Σμύρνη και στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του από το 1914, και μετά γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, όπου και διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την ποιητική του φυσιογνωμία, σε μια περίοδο που το κίνημα του μοντερνισμού βρισκόταν στο πικ του.
Το 1926 και με την επιστροφή του στην Ελλάδα, ξεκίνησε την πολυετή του καριέρα στο διπλωματικό σώμα και το 1957, διορίστηκε πρεσβευτής της Ελλάδας στη Μεγάλη Βρετανία, όπου και παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του.
Η πολύκροτη «Στροφή» και τα ρηξικέλευθα δοκίμια
Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1931, με την πολύκροτη ποιητική συλλογή «Στροφή», η οποία κέντρισε το ενδιαφέρον των κριτικών, άλλοτε θετικά κι άλλοτε αρνητικά, καθώς αρκετοί ήταν εκείνοι που έκαναν λόγο για ανανέωση της ποίησης, ενώ άλλοι υποστήριζαν ότι ήταν μια «σκοτεινή ποίηση», «χωρίς κλειδί» και «καθόλα χωρίς οποιαδήποτε συναίσθημα».
Ωστόσο, η συζήτηση που δημιουργήθηκε γύρω από το όνομά του και η συνεισφορά των κριτικών και εκδοτών Γιώργου Κατσίμπαλη και Ανδρέα Καραντώνη, βοήθησε τον Σεφέρη να καθιερωθεί ως ένας πολλά υποσχόμενος νέος ποιητής.
Μέσα στο επόμενα χρόνια, ακολούθησαν σημαντικές ποιητικές συλλογές, όπως:
- Η Στέρνα, Εστία, Αθήνα 1932
- Μυθιστόρημα, Κασταλία, Αθήνα 1935
- Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937), τυπ. Ταρουσοπούλου, Αθήνα 1940
- Ημερολόγιο καταστρώματος Α΄, τυπ. Ταρουσοπούλου, Αθήνα 1940
- Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄, ιδιωτική έκδοση, Αλεξάνδρεια 1944
- Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄, Ίκαρος, Αθήνα 1945
- Τελευταίος σταθμός, ανάτυπο από Το Τετράδιο, 1947
- Κίχλη, Ίκαρος, Αθήνα 1947
- Ημερολόγιο καταστρώματος Γ΄ (με τον τίτλο Κύπρον, οὗ μ’ἐθέσπισεν), Ίκαρος, Αθήνα 1955
- Επί Ασπαλάθων…, «Le Μonde», Αθήνα 1971
Φυσικά, εκτός από το πλούσιο ποιητικό του έργου, ο Σεφέρης είναι γνωστός για τον πλούσιο και συχνά ρηξικέλευθο δοκιμιακό λόγο, τα οποία αποτελούν κόσμημα για τη σύγχρονη πεζογραφία και διανόηση, ενώ εξίσου σημαντικές είναι και οι μεταφράσεις της «Έρημης χώρας» και του «Φονικού στην Εκκλησιά» του Αμερικανού ποιητή Τ.Σ. Έλιοτ.
Το έργο του Γιώργου Σεφέρη πέρασε τα ελληνικά σύνορα και έφτασε στο εξωτερικό, οδηγώντας στη βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας τον Δεκέμβριο του 1963, «για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες».
Ο Γιώργος Σεφέρης πέθανε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1971, μετά από μετεγχειρητικές επιπλοκές.
Η κηδεία του μετατράπηκε σε μια αντιδικτατορική διαδήλωση, με το συγκεντρωμένο πλήθος να σταματά την κυκλοφορία και να αρχίζει να τραγουδά το τότε απαγορευμένο τραγούδι σε στίχους του Μίκη Θεοδωράκη «Άρνηση».
«Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει»
Κατά τα δυο πρώτα χρόνια μετά την επιβολή της Χούντας, o Γιώργος Σεφέρης κράτησε αρχικά μια σιωπηρή στάση, την οποία έσπασε στις 28 Μαρτίου του 1969, με την περίφημη δήλωσή του στο ραδιόφωνο του BBC, αναφέροντας ότι πρόκειται για μια «ανωμαλία που πρέπει να σταματήσει».
«Πάει καιρός που πήρα την απόφαση να κρατηθώ έξω από τα πολιτικά του τόπου. Προσπάθησα άλλοτε να το εξηγήσω, αυτό δε σημαίνει διόλου πως μου είναι αδιάφορη η πολιτική ζωή μας.
Έτσι, από τα χρόνια εκείνα ώς τώρα τελευταία έπαψα κατά κανόνα ν’ αγγίζω τέτια θέματα. Εξ άλλου τα όσα δημοσίεψα ώς τις αρχές του 1967, και η κατοπινή στάση μου (δεν έχω δημοσιέψει τίποτε στην Ελλάδα από τότε που φιμώθηκε η ελευθερία) έδειχναν, μου φαίνεται αρκετά καθαρά τη σκέψη μου.
Μολαταύτα, μήνες τώρα, αισθάνομαι μέσα μου και γύρω μου, ολοένα πιο επιτακτικά το χρέος να πω ένα λόγο για τη σημερινή κατάστασή μας. Με όλη τη δυνατή συντομία, νά τι θα έλεγα:
Κλείνουν δυο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς όλως διόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας, στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο.
Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι’ αυτές να καταποντισθούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά.
Δε θα μου είταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτιες ζημιές δε λογαριάζουν παρά πολύ για ορισμένους ανθρώπους.
Δυστυχώς, δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτόν τον κίνδυνο.
Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις, η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη, στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μάς βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου.
Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.
Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό, και, μπορώ να το πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι Εθνική επιταγή.
Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό, να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω», είχε πει.
Το δικτατορικό καθεστώς ενοχληθεί ιδιαίτερα με τα λεγόμενα του λογοτέχνη, αφαιρώντας του τον τίτλο του πρέσβεως επί τιμή και το δικαίωμα χρήσης του διπλωματικού διαβατηρίου του, σχολιάζοντας ότι επρόκειτο για «αντεθνική προπαγάνδα», επειδή η δήλωση μεταδόθηκε στη ραδιοφωνία της Σοβιετικής Ένωσης.
Μάλιστα, ο φίλα προσκείμενος στη Χούντα Τύπος δεν δίστασε να σχολιάσει ότι ο Σεφέρης «πούλησε την Κύπρο για να πάρει το Νόμπελ», χαρακτηρίζοντάς τον ως «κρυφοκομμουνιστή» και «μίσθαρνο» όργανο ξένων κυβερνήσεων.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ