Σαν σήμερα γεννήθηκε, στις 22 Οκτωβρίου 1937, ένας από τους πιο αγαπημένους και σπουδαιότερους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες, ο οποίος παρά το σύντομο της ζωής του, άφησε πίσω του μια τεράστια μουσική κληρονομιά: ο Μάνος Λοΐζος.
Ο Μάνος Λοΐζος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, με την οικογένειά του, με καταγωγή από τη Ρόδο και την Κύπρο, να μετακομίζει, το 1955, στην Αθήνα, όπου ο νεαρός τότε Μάνος γράφτηκε στη Φαρμακευτική Σχολή, την οποία τον επόμενο χρόνο εγκατέλειψε, για να φοιτήσει στην Ανωτάτη Εμπορική.
Λίγα χρόνια αργότερα εγκατέλειψε, οριστικά, τις σπουδές του και άρχισε να απασχολείται περιστασιακά με διάφορες δουλειές, για να εξασφαλίσει τα προς το ζην, ενώ το 1962 ηχογράφησε με τη Philips το πρώτο του τραγούδι, το Τραγούδι του Δρόμου, το οποίο ήταν μελοποίηση του ποιήματος του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου και ερμηνεία του Γιώργου Μούτσιου.
Στα τέλη του 1960, κυκλοφόρησε τον μεγάλο δίσκο Σταθμός, ένα «τεράστιο σε αξία μουσικό έργο», το οποίο «αποδίδεται από τον καθιερωμένο πια Γιάννη Καλατζή, τη μοναδική Λίτσα Διαμάντη, τον κλασικό στο είδος του Δημήτρη Ευσταθίου και το καινούριο ταλέντο, τον Γιώργο Νταλάρα».
Παράλληλα, ένα χρόνο πριν είχε ετοιμάσει και τον δίσκο Τα Νέγρικα, μια συλλογή βαθιά επηρεασμένη από την αφροαμερικανική κουλτούρα, τον πόλεμο του Βιετνάμ και τη δολοφονία του Τζον Κένεντι, ο οποίος δεν κυκλοφόρησε παρά μόνο μετά την πτώση της Χούντας.
Πως το χτύπημα ενός παπουτσιού έγινε τραγούδι
Όπως είναι γνωστό, ο Λοΐζος αρέσκονταν να ηχογραφεί το ίδιο τραγούδι σε τρεις και τέσσερις εκδοχές, ζητώντας πάντα τη βοήθεια των συνεργατών του, όπως επίσης, και για τα ηχητικά πειράματα που εφάρμοζε.
Τέτοια ήταν το ρυθμικό χτύπημα που ακούγεται στην εισαγωγή του τραγουδιού Ο Λιόντας και προέρχεται από το παπούτσι του Γιώργου Νταλάρα, αλλά και οι εφημερίδες που τοποθετούσε κάτω από τις χορδές του πιάνου για ν’ αλλοιώσει τον ήχο του και να έχει ένα πρωτόγνωρο αποτέλεσμα.
«Ο Μάνος είχε μια εκπληκτική ικανότητα στις μελωδίες. Ήταν μελωδός, είχε τη μελωδία στο αίμα του. Μου έλεγε χαρακτηριστικά ότι μπορούσε να μελοποιήσει τον τηλεφωνικό κατάλογο», είχε δηλώσει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος
«Ήταν Έλληνας, να σας πω και το όνομα του»
Παράλληλα, ο αγαπημένος συνθέτης ήταν ένας ενεργός πολιτικά και κοινωνικά πολίτης, ο οποίος με τα τραγούδια του έπαιρνε θέση στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα της εποχής του, απέναντι στη δικτατορία, στην καταπίεση, στην αδικία, στον κοινωνικό ρατσισμό, δημιουργώντας το λεγόμενο λαϊκό και πολιτικό τραγούδι.
Για πολλά χρόνια μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας.
Με την επιβολή της Χούντας των Συνταγματαρχών, ο Λοΐζος έφυγε για την Αγγλία, τον Σεπτέμβριο του 1967, και επέστρεψε στις αρχές της επόμενης χρονιάς και από το 1972, ως ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδος, αγωνίστηκε για την καταπολέμηση της κασετοπειρατείας και της λογοκρισίας, ενώ την ίδια αυτή χρονιά συνελήφθη στο σπίτι του, στο Χολαργό, και κρατήθηκε για δέκα ημέρες.
Μετά την πτώση της Χούντας, κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, συμμετείχε σε μεγάλες λαϊκές συναυλίες της εποχής και στο τέλος του 1974 κυκλοφόρησε τον δίσκο Τα Τραγούδια του Δρόμου, ο οποίος περιελάμβανε όλα εκείνα τα τραγούδια του που είτε είχαν απαγορευτεί κατά τη διάρκεια της επταετίας είτε θα ηχογραφούνταν λογοκριμένα.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον έχει ένα γεγονός που συνέβη στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το 1971, μέρα κατά την οποία στην Αθήνα κηδευόταν ο Γιώργος Σεφέρης.
Μετά το τέλος των εκδηλώσεων μπροστά από την Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών και της βράβευσης της ταινίας «Ευδοκίας», οι μαζεμένοι φοιτητές, που ήταν στον θρυλικό εκείνο Β’ εξώστη άρχισαν να συζητάνε τα όσα συνέβησαν στην Αθήνα και ως φόρο τιμής προς τον ποιητή άρχισαν να τραγουδούν το μελοποιημένο ποίημα Άρνηση σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη.
Ακούγοντας τις νεανικές φωνές, ο Μάνος Λοΐζος, ο Αλέξης Δαμιανός και πολλοί άλλοι πλησίασαν συγκινημένοι, με δυο αστυνομικούς να τους ακολουθούν και να τους ρωτούν τι κάνουν εκεί.
Τότε ο Λοΐζος γύρισε και τους είπε:
«Αποχαιρετούμε έναν που έφυγε σήμερα»με τον αστυνομικό να ρωτάει – ενοχλημένος – αν πέθανε και αν ήταν συγγενής τους και τον συνθέτη να του απαντά: «Ήταν Έλληνας, να σας πω και το όνομα του. Γιώργος Σεφέρης, τον γνωρίζετε;»
Μετά από τον διάλογο των αστυνομικών με τον Λοΐζο η άτυπη παρέα των νεαρών και όσοι τους πλησίασαν άρχισε να τραγουδά, με τον Λοΐζο να διευθύνει τη «χορωδία» και τους αστυνομικούς να μη διακόπτουν την πρωτότυπη αυτή συναυλία.
Τον Οκτώβριο του 1981, η υγεία του επιδεινώθηκε, με αποτέλεσμα να νοσηλευτεί στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών με συμπτώματα περικαρδίτιδας και νεφρικής ανεπάρκειας και στο τέλος του ίδιου χρόνου ταξίδεψε στη Μόσχα για ιατρικές εξετάσεις και θεραπεία.
Η υγεία του μέρα με τη μέρα επιβαρυνόταν, με τα εγκεφαλικά να διαδέχονται το ένα το άλλο και στις 17 Σεπτεμβρίου να αφήσει την τελευταία του πνοή σε ηλικία 45 ετών.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ