Σαν σήμερα, στις 20 Αυγούστου 1949 γεννήθηκε μια από τις πιο ιδιαίτερες και αντισυμβατικές προσωπικότητες του ελληνικού πενταγράμμου, ο Νικόλας Άσιμος, ο οποίος μπορεί να «έφυγε» νωρίς άφησε όμως ανεξίτηλο το στίγμα του, αφού κατάφερε με μοναδικό τρόπο να «παντρέψει» ροκ και λαϊκό τραγούδι.
Υπήρξε αντισυμβατικός καλλιτέχνης και δεν επιθυμούσε να ηχογραφεί τα τραγούδια του σε δίσκους, αλλά προτιμούσε τις αυτοσχέδιες κασέτες, τις οποίες πουλούσε στα κάγκελα του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησίων.
Μάλιστα, στο πρώτο του μικρό δισκάκι που κυκλοφόρησε το 1975 από την εταιρεία «Λύρα» του Αλέκου Πατσιφά, συμπεριλαμβάνοντα τα τραγούδια «Ο Μηχανισμός» (Α΄ πλευρά) και «Ο Ρωμιός» (Β΄ πλευρά) σε ενορχήστρωση του Γιώργου Στεφανάκη. Οι στίχοι του «Μηχανισμού» λοιπόν μιλούν για τις δισκογραφικές εταιρείες, που σατιρίζει ο καλλιτέχνης με τον δικό του μοναδικό τρόπο.
Με πείσανε να γίνω ρεβιζιονιστής
Και να γυρίσω δίσκο.
Θα `ρθει όμως καιρός που κι εσύ θε να πειστείς
Πως έτσι δεν τη βρίσκω.
Τι θα κάνω ήτανε γραφτό
Θέλω δεν το θέλω, ό,τι τραγουδώ
Να το πουλώ να ζήσω.
Όταν πάω στον παραγωγό
Πρέπει να βολέψω έτσι το γραφτό
Να του γυαλίσει, για να το πουλήσει.
Να `χει σαλέπι, για να σας αρέσει
Να έχει θέμα με έρωτα και αίμα.
Να είναι λόγια, λόγια κομπολόγια
Να σας καλοκαρδίσω
Για να σας γαλουχήσω.
Κι από χρέος συναδελφικό
Να χαμογελάω στο κοινό
Να του σαλεύω για να το μερεύω
Να του σφυρίζω να το νανουρίζω
Να το φουντώνω να το ξεφουσκώνω
Και στην κομμούνα να είμαι οπορτούνα
Για να σας εκτονώνω
Με πλαίσιο το νόμο.
Δουλειά σου είναι μου `πανε να κρύβεις τα τρωτά
Των καθιερωμένων
Για να διατηρήσουμε τα οικονομικά
Των ευαρεστημένων.
Σιγουριά και δόξα τω Θεώ
Τα καλά στον καπιταλισμό
Είναι πως έχει βίδα.
Άμα πιάσεις το μηχανισμό
Από τ’ αυτιά τον πιάνεις το λαγό
Τον Πελοπίδα τρως με μια τσιμπίδα
Στην Παρθενόπη χαρίζεις ένα τόπι
Και με τα χρόνια γυρνάς ες τα σαλόνια
Ξεχνάς ποια μάνα σε γένναε στο κλάμα
Και του εργάτη καβάλλησες την πλάτη
Μα θε να πει αμάν πια
Και πας ες τα κομμάτια
Και άει στα κομμάτια
Ωστόσο, λόγω των στίχων, η λογοκρισία απαγόρευσε τη μετάδοση των τραγουδιών από τη δημόσια ραδιοτηλεόραση και έτσι το δισκάκι πωλούνταν μόνο στα δισκοπωλεία.
Η καριέρα και οι συνεργασίες του
Όσο βρισκόταν στη ζωή, ο Νικόλας Άσιμος κυκλοφόρησε μόνο τον δίσκο «Ο Ξαναπές» το 1982 και κυκλοφόρησαν δυο ακόμη μετά τον θάνατό του, έπειτα από πρωτοβουλία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, με τον οποίο και είχε εκτενή συνεργασία.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Αυγούστου 1949 και μεγάλωσε στην Κοζάνη. Μπήκε στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών, αλλά το 1973 αποφάσισε να παρατήσει τις σπουδές του και να κατέβει στην Αθήνα, παρέα με την κιθάρα του, την οποία έμαθε μόνος του να παίζει ως αυτοδίδακτος, και έχοντας ξεκινήσει ήδη κάποιες συνεργασίες.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλας Ασημόπουλος, εκείνος όμως επέλεξε το Άσιμος, το οποίο έγραφε και “ι” και όχι με ¨η”.
Μπορεί η αξία του να αναγνωρίστηκε κυρίως μετά θάνατον, όμως όσο βρισκόταν στη ζωή, συνεργάστηκε με πολλούς καταξιωμένους καλλιτέχνες, όπως ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Επίσης, έχει κάνει δυο ντουέτα με τη Χαρούλα Αλεξίου.
«Το παπάκι»
«Άμα σε Λέγαν Βάσω»
Και τραγούδησε μαζί με τη Σωτηρία Λεονάρδου «Εγώ με τις Ιδέες Μου».
Μπορεί ο Νικόλας Άσιμος να ήταν ένας ιδιαίτερα χαρισματικός άνθρωπος, αφού έγραφε μουσική και φιλοσοφημένους στίχους στα τραγούδια του, όμως για πολλά χρόνια πάλευε με τους προσωπικούς του δαίμονες, που τελικά τον οδήγησαν στον θάνατο.
Το 1978 ξεκίνησε η περιπέτειά του για να αποφύγει την στράτευση. Πήρε απαλλαγή προσποιούμενος τον ψυχοπαθή και κατάφερε να του αναγνωριστεί ότι πάσχει από σχιζοειδή ψύχωση. Ὀπως περιγράφει στο βιβλίο του Αναζητώντας Κροκάνθρωπους, υιοθέτησε αυτή την συμπεριφορά γιατί ήταν αντίθετος προς τη στράτευση.
Από το 1981 δρομολογείται η επώδυνη σχέση του με τα ψυχιατρεία, στα οποία νοσηλεύτηκε αρκετές φορές. Το μεγάλο «χτύπημα», όμως, ήρθε το 1987.
Ο Νικόλας Άσιμος οδηγήθηκε βιαίως σε ψυχοθεραπευτική κλινική και λίγο αργότερα στις φυλακές Κορυδαλλού, με την κατηγορία του βιασμού από μία κοπέλα.
Αποφυλακίστηκε με χρηματική εγγύηση, αλλά δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη μεγάλη του πίκρα γι’ αυτή την αβάσιμη κατηγορία, που δεν τεκμηριώθηκε ποτέ.
Ο Νικόλας Άσιμος όντας σε δύσκολη ψυχολογική κατάσταση και παλεύοντας διαρκώς με τους δαίμονές του, αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή του. Στις 17 Μαρτίου του 1988, έπειτα από δύο αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας, βρέθηκε κρεμασμένος από σωλήνα ύδρευσης στο «Χώρο Προετοιμασίας», όπως αποκαλούσε το τελευταίο μαγαζόσπιτό του στην οδό Καλλιδρομίου 55, στα Εξάρχεια.
Ήταν μόλις 39 ετών….
Τα τραγούδια του όμως ακούγονται μέχρι σήμερα, όπως ο «Μπαγάσας», το «Βαρέθηκα» και το «Δε θέλω καρδιά μου να κλαις», με τον χαρακτηριστικό στίχο:
«Δεν ξέρει ο κόσμος να ζει, κατέβα να πάμε πεζοί».
Το 1995 ο Στέλιος Καζαντζίδης τραγουδάει για εκείνον το κομμάτι «Ο Φίλος μας» σε στίχους Λευτέρη Χαψιάδη και μουσική Θανάση Πολυκανδριώτη.
Όπως σημειώνεται στο εξώφυλλο του δίσκου, το τραγούδι:
«Είναι αφιερωμένο στον Νικόλα Άσιμο. Τον καλλιτέχνη και άνθρωπο που έζησε και αμφισβήτησε με συνέπεια και πίστη αυτόν τον κόσμο της βαρβαρότητας».
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ