Ο Στάνλεϊ Γκρίνμπεργκ δεν είναι ένας απλός δημοσκόπος-αναλυτής. Είναι μια παγκόσμιας κλάσης προσωπικότητα, με εντυπωσιακό πελατολόγιο: Μπιλ Κλίντον, Αλ Γκορ, Τόνι Μπλερ, Νέλσον Μαντέλα και άλλοι γνωστοί ηγέτες διαφόρων χωρών, αλλά και πρόσωπα ισχύος και γαλαζοαίματοι που δεν θα μαθευτεί ποτέ ότι ζήτησαν τις συμβουλές του. Και από το 2017 δίπλα στον Κυριάκο Μητσοτάκη, που τον κάλεσε στο επιτελείο του.
O μύθος του γεννήθηκε μετά τη σαρωτική επικράτηση του Μπιλ Κλίντον στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, το 1993. Ήταν η πρώτη νίκη των Δημοκρατικών από το 1976, με τον μεγαλύτερο αριθμό εκλεκτόρων από το 1964 επί Λίντον Τζόνσον. Μια ιστορική στιγμή που δεν άφησε ασυγκίνητο ούτε το Χόλιγουντ. Στις ταινίες «The War Room» και «The American President», ο κινηματογραφικός δημοσκόπος είναι ένας κοντός, διοπτροφόρος Εβραίος, με φουντωτά μαλλιά, εμπνευσμένος από το παρουσιαστικό του Γκρίνμπεργκ, ο οποίος είναι απορροφημένος από τα νούμερα.
Ο Στάνλεϊ Μπέρναρντ Γκρίνμπεργκ, ωστόσο, δεν είναι μόνο ο άνθρωπος των αριθμών και των στατιστικών, είναι κυρίως των ιδεών. Γεννημένος τον Μάιο του 1945, ο 78χρονος σήμερα δημοσκόπος-αναλυτής πέρασε μέσα από το καμίνι της σύγχρονης αμερικανικής ιστορίας. Όποιος, εκτός ΗΠΑ, διάβασε το «Αμερικανικό Ειδύλλιο» του Φίλιπ Ροθ, μπορεί να καταλάβει καλύτερα ποιας τεκτονικής εποχής είναι παράγωγο.
Γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια, αλλά, όταν έγινε πέντε ετών, η οικογένειά του μετακόμισε στην Ουάσιγκτον, σε μια συνοικία αμιγώς μαύρων κατοίκων, με τα σημερινά δεδομένα σε ένα γκέτο, εξαιτίας των περιορισμένων οικονομικών τους. «Ούτε φανταζόμουν εκείνη την εποχή ότι αυτή η πόλη έχει και εύπορες γειτονιές, στις οποίες θα ζούσα ως ενήλικος», γράφει σε κάποιο από τα βιβλία του. Και μάλιστα ως ενήλικος με ακριβά γούστα, όπως προδίδει και η αδυναμία του για τα σπάνια κρασιά.
Τότε, ίσχυε ακόμα ο φυλετικός διαχωρισμός στα σχολεία της Ουάσιγκτον και ο Σταν φοιτούσε σε σχολείο λευκών, αλλά οι φίλοι του ήταν τα μαύρα παιδιά της γειτονιάς του, μέχρι που το Ανώτατο Δικαστήριο κατήργησε ως αντισυνταγματικό αυτόν τον ρατσιστικό νόμο και οι δύο σχολικοί πληθυσμοί αναμείχθηκαν. Ο παππούς του δαπάνησε όλα τα χρήματα της οικογένειας στην προσπάθειά του να φέρει στις ΗΠΑ από τη Ρωσία εβραίους συγγενείς και φίλους για να γλιτώσουν από τις ναζιστικές θηριωδίες.
Ο πατέρας του και ο εθελοντισμός
Ο πατέρας του ήταν ένας αυτοδίδακτος μηχανικός, που λόγω οικονομικής στενότητας παρακολούθησε μόνο το νυχτερινό σχολείο και δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει πτυχίο πανεπιστημίου. Χαρισματικός στα μαθηματικά και στις πατέντες, εργάστηκε στην American Instrument Company, η οποία κατασκεύαζε συσκευές ακριβείας για την αμυντική βιομηχανία, γεγονός που επέτρεψε στην οικογένειά του να μετακομίσει σε μια μεσοαστική γειτονιά.
Το καλοκαίρι, πριν φοιτήσει στο πανεπιστήμιο, ο Γκρίνμπεργκ εργάστηκε σε ένα παράρτημα της εταιρείας που εργαζόταν ο πατέρας του στο Μέριλαντ και εκεί έγινε εθελοντής στην Εθνική Ενωση για την Πρόοδο των Εγχρωμων Ατόμων (NAACP), που τότε οργάνωνε τη μεγάλη φιλειρηνική πορεία των 250.000 λευκών και μαύρων πολιτών προς την Ουάσιγκτον, με επικεφαλής τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (28 Αυγούστου 1963).
Η πρώτη επαφή με τον Λευκό Οίκο
Στο πανεπιστήμιο ήταν ένα πολύ δραστήριο μέλος της νεολαίας των Δημοκρατικών και συμμετείχε σε ένα συνέδριο του κόμματος, όπου γνώρισε την καλύτερη φίλη της Λούσι Τζόνσον, της μικρότερης κόρης του Λίντον Τζόνσον, του αντιπροέδρου που ορκίστηκε πρόεδρος των ΗΠΑ λίγες ώρες μετά τη δολοφονία του Τζον Κένεντι το 1963. Εκείνη η σχέση τον έφερε για πρώτη φορά σε επαφή με τα ενδότερα του Λευκού Οίκου, καθώς ο τόπος συνάντησης των δύο ερωτευμένων ήταν το Σολάριουμ, μια αίθουσα στον τρίτο όροφο με εντυπωσιακή θέα στην Ουάσιγκτον, την οποία διαμόρφωσαν οι κόρες του Τζόνσον για να μελετούν και να συναντούν τους φίλους τους. Την ιστορία αυτή, τη διηγήθηκε πολλά χρόνια αργότερα στον Κλίντον, όταν περιδιάβαιναν μαζί τα δωμάτια του Λευκού Οίκου.
Ως φοιτητής συμμετείχε στις διαδηλώσεις κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στο Χάρβαρντ και στο Γέιλ. Με μια ομάδα συμφοιτητών του εντάχθηκε στην καμπάνια του Ρόμπερτ Κένεντι, σε μια εποχή διχασμού, με το άστρο του γερουσιαστή Τζόζεφ Μακάρθι να ανατέλλει και μαζί του η λαίπαπα του «μακαρθισμού», ένα κυνήγι μαγισσών κατά των κομμουνιστών, που διήρκεσε μια πενταετία και καθόρισε τους ακτιβιστές της εποχής.
Στο πλαίσιο των σπουδών του ο Γκρίνμπεργκ ήρθε σε επαφή με τις μετρήσεις και τις έρευνες πεδίου, ενώ η θεωρία του Γκράμσι ότι οι εργατική τάξη αποδέχθηκε τον καπιταλισμό παρά τις ανισότητες που συνεπάγεται, διαμόρφωσε τη σκέψη του. Η ενασχόλησή του με τις μετρήσεις τον οδήγησε στις καμπάνιες Δημοκρατικών γερουσιαστών, μια εκ των οποίων ήταν η Ρόζα Ντε Λάουρο, η δεύτερη σύζυγός του, η οποία μετείχε στην αντιπροσωπεία που υποδέχθηκε τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο Κογκρέσο, πριν την ομιλία του τον Μάιο του 2022.
Η μεσαία τάξη και ο Κλίντον
Εκείνη την περίοδο ανέπτυξε την ιδέα των «Δημοκρατικών του Ρίγκαν», δηλαδή Δημοκρατικών ψηφοφόρων που ψήφιζαν τους Ρεπουμπλικάνους, επειδή ένιωθαν προδομένοι από το κόμμα τους. Το 1960 το 63% ψήφισε Κένεντι, ενώ το 1984 το 66% ψήφισε Ρίγκαν. Η κρίσιμη μάζα των ψηφοφόρων ανήκε στη μεσαία τάξη, που ένιωθε εγκαταλειμμένη και εξουθενωμένη, αλλά ήταν επίσης μια τάξη που δεν ανεχόταν να ζει με μηχανική υποστήριξη. Oταν ο Γκρίνμπεργκ πρότεινε σε ένα άρθρο του το αδιανόητο για εκείνη την εποχή, να εγκαταλείψει το Δημοκρατικό Κόμμα τη «δικαιωματιστική» προσέγγιση και τον «ηθικό αγνωστικισμό» του για την εργασία και την οικογένεια, δηλαδή να παλέψει για τις αξίες της μεσαίας τάξης (των «κυρ-Παντελήδων», θα λέγαμε εμείς), ο πρόεδρος του κόμματος Πολ Κιρκ τον κατέστησε περίπου persona non grata.
Στο μεταξύ, όμως, ο Γκρίνμπεργκ που απέτυχε να εκλεγεί μόνιμος καθηγητής στο Γέιλ και έστρεψε το ενδιαφέρον του στην εταιρεία δημοσκοπήσεών του, βοήθησε τον Τζο Λίμπερμαν – μετέπειτα υποψήφιο αντιπρόεδρο του Αλ Γκορ – να εκλεγεί στη Γερουσία, το 1988, απέναντι σε έναν πολύ δημοφιλή Ρεπουμπλικανό αντίπαλο και τότε κάποιοι σκέφτηκαν ότι ίσως έχει κάτι να προσφέρει. Ανάμεσά τους ήταν και ο Μπιλ Κλίντον, ο οποίος είχε διαβάσει τρεις φορές το άρθρο του Γκρίνμπεργκ και ετοιμαζόταν να διεκδικήσει την προεδρική εκλογή, έχοντας καταλήξει από μόνος του ότι ο δρόμος για την εξουσία περνούσε μέσα από την «ξεχασμένη μεσαία τάξη». Τον κάλεσε, λοιπόν, στο επιτελείο του και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Η πρόσκληση από Μητσοτάκη και η στρατηγική του
Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κάποιος ότι ο Γκρίνμπεργκ, ο οποίος στην πορεία του χρόνου έχει μετατραπεί σε απόστολο της μεσαίας τάξης, βρέθηκε στο στοιχείο του, όταν ο Μητσοτάκης τον κάλεσε στο επιτελείο του το 2017, σε μια Ελλάδα διχασμένη, με μια ξεζουμισμένη από την υπερφορολόγηση μεσαία τάξη.
Αυτή ωστόσο δεν ήταν η πρώτη επαφή του με τη χώρα μας. Το 2000, η Γιάννα Αγγελοπούλου ως επικεφαλής της Επιτροπής Διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας αναζητούσε έναν σύμβουλο στρατηγικής και επικοινωνίας, ο οποίος να αντιλαμβάνεται το σύνθετο διεθνές παιχνίδι των «Αθανάτων» της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. Ο φίλος της Τζορτζ Στεφανόπουλος, ο οποίος ήταν επίσης στενός συνεργάτης του Κλίντον, της πρότεινε τον Γκρίνμπεργκ και εκείνη, έπειτα από την πρώτη συνάντησή τους στο Λονδίνο, όπου επίσης έχει γραφεία η εταιρεία του, τον προσέλαβε ιδιωτικά και διατήρησε τη συνεργασία τους μέχρι τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων. Οι συμβουλές του ήταν πολύτιμες, ειδικά για το διεθνές σκηνικό, αν και «καρδιογραφούσε» διαρκώς και τις διαθέσεις των ελλήνων πολιτών για τη διοργάνωση. Εκείνη την εποχή κάποιοι θεωρούσαν γραφικό τον «Αμερικανό» που ήταν αφοσιωμένος στα focus groups του, τα οποία έδειχναν ότι αντίθετα με τους πολιτικούς, ο κόσμος ήθελε την Αγγελοπούλου σε έναν ρόλο που να ασχολείται με τα προβλήματά του – η ζωή, όμως, είχε τα δικά της σχέδια. Τα επόμενα χρόνια τα ζεύγη Αγγελόπουλου και Γκρίνμπεργκ κράτησαν επαφές και έκαναν κάποιες κοινές θερινές διακοπές.
Μετά την κηδεία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο Κυριάκος έπιασε συζήτηση με το ζεύγος Αγγελόπουλου και τους ανέπτυξε τον προβληματισμό του για το πώς θα κατάφερνε να φτιάξει ένα δυνατό επιτελείο. Εκείνοι τού πρότειναν αμέσως τον Γκρίνμπεργκ και έτσι «ο Αμερικανός» επέστρεψε στην Ελλάδα. Δύο χρόνια μετά απέκτησε δικό του γραφείο στο Μέγαρο Μαξίμου…
Ο ενταγμένος στο «Ηall of Fame» των δημοσκόπων και στη λίστα με τους best selling συγγραφείς των New York Times, έχει ιδρύσει το «Σώμα Δημοκρατίας (Democracy Corps), έναν από τους κορυφαίους οργανισμούς παγκοσμίως γύρω από παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών στρατηγικής, μαζί με τον επίσης «γκουρού», τον Τζέιμς Κάρβιλ, γνωστό και για την περίφημη έκφραση «it’s the economy, stupid!» (είναι η οικονομία ηλίθιε!), που λέγεται ότι οδήγησε τον Μπιλ Κλίντον στο Λευκό Οίκο.
Πριν από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Γκρίνμπεργκ είχε διατελέσει βασικός σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον, του Τόνυ Μπλαίρ, του Νέλσον Μαντέλα, του Ισαάκ Χέρζοκ, του Βάτσλαβ Χάβελ και δεκάδων άλλων ηγετών ανά τον κόσμο. Και σε άλλους τόσους διευθύνοντες συμβούλους πολυεθνικών κολοσσών, όπως η BP, η Boeing, η General Motors, η Microsoft.
Ο Σταν Γκρίνμπεργκ διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο δίπλα στη Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη στην υπόθεση των Ολυμπιακών Αγώνων. Και μέσω αυτής λέγεται ότι τον γνώρισε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Στην περίπτωση της ΝΔ αυτός ο σημαντικός ρόλος, μάλλον πρέπει να αναζητηθεί στο πρόσωπο και στις ικανότητες του Γκρίνμπεργκ.
Αυτός λέγεται ότι είναι, για παράδειγμα, πίσω από την επιλογή-εισήγηση προς τον πρόεδρο της ΝΔ να αγνοήσει πολιτικά τον Αλέξη Τσίπρα, να μειώσει στο ελάχιστο τις αναφορές στο όνομά του και να εστιάσει στο τι θα πράξει ο ίδιος, στο θετικό αφήγημα για το μέλλον, τη «στρατηγική του θετικού λόγου». Αν και ο Αμερικανός έχει ταυτιστεί και με την «αρνητική προεκλογική εκστρατεία» (negative campaigning), που αποτελεί και το σήμα κατατεθέν του, όπως αναφέρεται ακόμα και στο επίσημο βιογραφικό του.
Κυρίως φέρεται να είναι πίσω από την απευθείας-αδιαμεσολάβητη επαφή του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους πολίτες σε μικρές συγκεντρώσεις, κατά τη διάρκεια των περιοδειών του ανά τη χώρα.
Ο Γκρίνμπεργκ επίσης φέρεται να «επέβαλε» τις εικόνες του προέδρου της ΝΔ ανάμεσα και στο ίδιο σχεδόν επίπεδο με τους ψηφοφόρους, την ανάδειξη του κυβερνητικού έργου, του κεντρώου και φιλελεύθερου προγράμματος.
Και από την άλλη, την επιδίωξη για συνεχή βελτίωση της απήχησης σε προνομιακά για τον ηγέτη της κεντροδεξιάς παράταξης ακροατήρια, βάσει του «καρδιογραφήματος», όπως αποκαλείται η προηγούμενη ανάλυση των ποιοτικών ευρημάτων των μυστικών δημοσκοπήσεων, για focus groups, όπως οι κεντρώοι, οι νέοι και η μεσαία τάξη.
Ο Σταν Γκρίνμπεργκ, ο μεθοδικός, κυνικός για κάποιους, λεπτολόγος σε κάθε περίπτωση, απόφοιτος του Harvard και επί χρόνια καθηγητής του Yale, αυτός που το περιοδικό Esquire, χωρίς φειδώ, χαρακτήρισε ως έναν από τους «σημαντικότερους ανθρώπους του 21ου αιώνα», ο αναλυτής που δεν αφήνει τίποτε στην τύχη του, αλλά και κανένα περιθώριο στον συνομιλητή-πελάτη του να αμφισβητήσει τις προτάσεις του (και φυσικά την παχυλή αμοιβή του) φαίνεται ότι βρίσκεται πίσω και από τις στοχευμένες εμφανίσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και σε νεανικές ή και σε life style εκπομπές του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, καθώς αυτού του τύπου οι παρουσίες αποτελούν κορωνίδες της προσέγγισης ειδικών εκλογικών ακροατηρίων (focus groups) επί των οποίων έχτισε την παγκόσμια φήμη του ο Αμερικανός.
Σε αυτό το πλαίσιο, ακούσαμε τον πρωθυπουργό, σε «απολιτίκ» ύφος να δηλώνει σε παρεϊστικη εκπομπή με ακροαματικότητα γνωστού ερτζιανού, «είμαι χαλαρός τύπος», «δεν ξέρω από μαστορέματα, φτάνω μέχρι το άλλαγμα της λάμπας». Ή, σε άλλη, «βλέπω Emily in Paris».
Στο ίδιο μήκος κύματος αντίστοιχης συνέντευξης στην προεκλογική εκστρατεία του ’19, είχε «αποκαλύψει» πως ως ringtone στο κινητό του έχει το «Paradise city» των Guns Ν’ Roses.
Οι «κακές γλώσσες» αποδίδουν στον «mister number» ακόμα και τις φωτογραφίες των υπουργών με κατεβασμένα τα κεφάλια στο υπουργικό συμβούλιο μετά από τα Τέμπη, που διοχετεύτηκαν στον Τύπο, χωρίς βεβαίως ουδείς να μπορεί να πει ότι δεν πρόκειται για fake news των trolls της αντιπολίτευσης.
Προέβλεψε το εκλογικό αποτέλεσμα
Ο «Ρόμπερτ Ντε Νίρο» των πολιτικών αναλυτών, όπως τον αποκαλούν στις ΗΠΑ, η πολυεπίπεδη σκέψη του οποίου διαμορφώθηκε από τις εικόνες στις συνοικίες των μαύρων της Ουάσιγκτον, όπου μεγάλωσε, τον «μακαρθισμό», τις φιλειρηνικές πορείες κατά του πολέμου του Βιετνάμ, την προσπάθεια του παππού του να φέρει από τη Ρωσία Εβραίους συγγενείς τους, ώστε να γλιτώσουν από τους ναζί, ακόμα και από τις ιδέες του Ιταλού μαρξιστή, Γκράμσι, ο «πανούργος», σχετικά κοντός σγουρομάλλης, για τον οποίο ένας άλλος διάσημος δημοσκόπος, ο Φρανκ Λούντς, είχε πει ότι «ο Σταν Γκρίνμπεργκ με φοβίζει! Την ώρα που έχει το δάχτυλό του αισθανόμενος τον παλμό των ανθρώπων, τους κάνει και ενδοφλέβια ένεση παράλληλα. Είναι ο καλύτερος!», αυτός που «ανάγκασε» τον Τζορτζ Στεφανόπουλο να καταλήξει στο αφοριστικό «κανένας σχεδιαστής εκλογικών αναμετρήσεων δεν έχει κάνει περισσότερα, ώστε να θέσει τα θεμέλια για τη σύγχρονη προοδευτική πολιτική σε όλο τον κόσμο», φέρεται να έχει προβλέψει ακόμα και την τεράστια διαφορά ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 21ης Μαΐου.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ