Καταφέρνοντας να εξασφαλίσει ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ο Ανδρέας Παπανδρέου αναδείχθηκε ως ο απόλυτος κερδισμένος των εκλογών του 1981, φέρνοντας στο προσκήνιο αυτό που τα επόμενα χρόνια θα αποτελούσε μια τριακονταετή εναλλαγή του Κέντρου και της Δεξιάς στη διακυβέρνηση της χώρας.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, τα αρχηγικά κόμματα ενέτειναν την κομματική εξουσία. Εκμεταλλευόμενα την επιθυμία των λαϊκών μαζών για ελεύθερες ενώσεις, χρησιμοποίησαν το «σύστημα λαφυραγώγησης», το οποίο στην Ελλάδα ήταν πιο βαθιά ριζωμένο από ό,τι σε άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης, με κίνητρο το ρουσφέτι ή τον διορισμό στο δημόσιο.
Μετά τις εκλογές του 1977 και τη μετακίνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή στον προεδρικό θώκο, το έργο του χαρισματικού Ανδρέα Παπανδρέου διευκολύνθηκε αρκετά, καθώς απέναντί του είχε ένα μετριοπαθέστερο πολιτικό, τον Γεώργιο Ράλλη, που δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον πρώην πρόεδρο της ΝΔ σε ηγετικό επίπεδο.
Η απουσία του δεινού ρήτορα Καραμανλή έστρεψε το κόμμα της ΝΔ δεξιότερα, για να πάρει με το μέρος του τους φιλοχουντικούς, κάτι που εκμεταλλεύτηκε σε μεγάλο βαθμό ο Ανδρέας Παπανδρέου και απέσπασε, έτσι, ένα μεγάλο τμήμα των παραδοσιακά δεξιών ψηφοφόρων.
Ιδεολογική τροποποίηση
Ταυτόχρονα, το ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα κατά την προεκλογική του εκστρατεία, άλλαξε αρκετά τους ιδεολογικούς και κοινωνικοοικονομικούς περιορισμούς του, απευθυνόμενο όχι μόνο στο κεντρώο ακροατήριο, αλλά και σε ριζοσπαστικότερους πολίτες, τεχνοκράτες και Αριστερούς.
Η ιδεολογική αυτή τροποποίηση αποτυπώθηκε ανάγλυφα και στα ψηφοδέλτια του κόμματος, με πρόσωπα κύρους συμβολικής σημασίας, όπως το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς, Μανώλη Γλέζο, αλλά και τον πρώην πρόεδρο της Ένωσης Κέντρου, Γεώργιο Μαύρο.
Το ΚΚΕ, ιδιαίτερα από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 ως τα μέσα του 1980, ενίσχυσε τις θέσεις του στο συνδικαλιστικό και το φοιτητικό κίνημα, έχοντας ως κεντρικό του σύνθημα την «Αλλαγή», η οποία, υπό προϋποθέσεις θα οδηγούσε στον σοσιαλισμό.
Οι εκστρατείες των μεγάλων κομμάτων υπήρξαν θυελλώδεις, εντυπωσιάζοντας τους ξένους παρατηρητές, με την αντιπαράθεση μεταξύ των ψηφοφόρων να μεγαλώνει, ανάλογα με την πόλωση των ισχυρών πολιτικών παρατάξεων.
Οι λόγοι αυτής της πόλωσης, που διατηρήθηκε για σχεδόν τρεις δεκαετίες, ήταν κυρίως κοινωνικοί, με το ΠΑΣΟΚ να δηλώνει ότι υποστηρίζει τις μη προνομιούχες μάζες και τη ΝΔ να βρίσκεται στο πλευρό των ανώτερων οικονομικά κύκλων, των επιχειρηματιών και των συντηρητικών. Αντίστοιχα, σε ιδεολογικό επίπεδο, ο Παπανδρέου έκανε λόγο για κρατική ιδιοκτησία, ανακατανομή του πλούτου, αφοσίωση στην εθνική ανεξαρτησία, ενώ ο Ράλλης αφομοίωνε την ιδέα του οικονομικού φιλελευθερισμού, προκρίνοντας τις παραδοσιακές κοινωνικές και ηθικές αξίες.
Είναι η περίοδος που το ΠΑΣΟΚ, όπου είχαν προσχωρήσει κυνηγημένοι Αριστεροί των προηγούμενων δεκαετιών, αύξανε ακόμη περισσότερο την πόλωση, κατηγορώντας τη ΝΔ για δημιουργία αστυνομικού κράτους.
Οι εκλογές διεξήχθησαν στις 18 Οκτωβρίου 1981, μια ημερομηνία συναισθηματικά φορτισμένη για το ΠΑΣΟΚ και προσωπικά για τον Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς 37 χρόνια πριν, ο πατέρας του, Γεώργιος, είχε οριστεί πρωθυπουργός της ελεύθερης ελληνικής κυβέρνησης, στην οποία συμμετείχαν και υπουργοί του ΕΑΜ.
Μάλιστα, εφημερίδες, φίλα προσκείμενες στο ΠΑΣΟΚ, έκαναν λόγο για «απελευθέρωση των Ελλήνων από τη Δεξιά», παρομοιάζοντάς τη με τους Ναζί.
Η νίκη του ΠΑΣΟΚ ήταν αναμφίβολα σαρωτική, εξασφαλίζοντας το 48,07% των ψήφων και εκλέγοντας 172 βουλευτές, ενώ ακολουθούσαν η ΝΔ με 115 βουλευτές (35,87%) και το ΚΚΕ με 13 βουλευτές (10,93%).
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ