Πριν από 58 χρόνια, σημειώθηκε η πτώση της κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, και η Αποστασία, που οδήγησε στο αποκορύφωμα της μετέπειτα διαμάχης μεταξύ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Ανδρέα Παπανδρέου.
Οι σχέσεις του Γεωργίου Παπανδρέου και των Ανακτόρων είχαν φτάσει από νωρίς στα άκρα, ιδιαίτερα μετά την πολύκροτη υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ και τις φήμες για τη δημιουργία συνωμοτικής πολιτικής οργάνωσης εντός του στρατού, στην οποία λεγόταν ότι είχε εμπλακεί ο γιος του τότε πρωθυπουργού, Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος, μάλιστα, είχε τοποθετηθεί στο Υπουργείο Προεδρίας.
Εκτός από την αντιπαράθεση κυβέρνησης και ανακτόρων, ο Παπανδρέου είχε να αντιμετωπίσει μια σειρά άλλων ζητημάτων, όπως την έλλειψη κυβερνητικής συνοχής, τη διαγραφή Ηλία Τσιριμώκου και τον Σάββα Παπαπολίτη ως «οργανωτές της συνωμοσίας», τις πιέσεις από το εξωτερικό για τη λύση του Κυπριακού και την κόντρα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Ανδρέα Παπανδρέου, που οδήγησε τελικά στην παραίτηση του τελευταίου, λόγω διαφωνιών με τον πατέρα του και τις κατηγορίες αντικυβερνητικών εφημερίδων για αναθέσεις μελετών δημοσίων έργων.
Οι επιθέσεις κατά του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος χαρακτηρίζεται από φίλα προσκείμενες στη Δεξιά εφημερίδες ως πρωτοστάτης της ΑΣΠΙΔΑΣ, εντάθηκαν μετά την επάνοδό του στην κυβέρνηση, την ώρα που είχε εδραιωθεί ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης της αριστερής πτέρυγας της Ενώσεως Κέντρου.
Ο «πρωθυπουργός υπό απαγόρευση» και ο θάνατος του Σωτήρη Πέτρουλα
Τον Ιούλιο του 1965, ο Γεώργιος Παπανδρέου ανακοίνωσε την πρόθεσή του να θέσει εκτός κυβέρνησης τον τότε Υπουργό Εθνικής Αμύνης, Πέτρο Γαρουφαλιά, και τον αρχηγό ΓΕΣ στρατηγό, Ιωάννη Γεννηματά, με το σκεπτικό ότι ελέγχονταν από το παλάτι, επιλέγοντας άτομα της εμπιστοσύνης του, με τον βασιλιά Κωνσταντίνο, ωστόσο, να τάσσεται κατά, καταγγέλλοντας ότι ο Παπανδρέου «ενισχύει και υποθάλπει […] συνωμοσία μοναδικόν σκοπόν έχουσα την ανατροπήν του Συντάγματος και την επιβολήν δικτατορίας ελεεινής μορφής…».
Στο Υπουργικό Συμβούλιο που συγκλήθηκε στις 12 Ιουλίου, ο Παπανδρέου και οι παριστάμενοι συμφώνησαν ότι ο Γαρουφαλιάς θα πρέπει να διαγραφεί από το κόμμα, απόφαση που βρήκε τον άμεσα ενδιαφερόμενο αντίθετο και σφόδρα απρόθυμο να εγκαταλείψει το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης.
Δυο μέρες αργότερα, ο Παπανδρέου έλαβε την τρίτη βασιλική επιστολή, στην οποία ο Γλύξμπουργκ επέμενε στη μη αποχώρηση του Γαρουφαλιά, ενώ ηγετικά στελέχη της Ένωσης Κέντρου, μεταξύ των οποίων και ο Μητσοτάκης, ζητούσαν από τον πρωθυπουργό να μην προκαλέσει ρήξη με το στέμμα, με τον Γέροντα της Δημοκρατίας να σχολιάζει ότι δεν μπορεί να είναι «πρωθυπουργός υπό απαγόρευση».
Παπανδρέου: «Μεγαλειότατε αύριον θα σας υποβάλλω εγγράφως την παραίτησίν μου.»
Γλύξμπουργκ : «Άκουσα τα περί παραιτήσεώς σας και τα λαμβάνω υπ’ όψιν μου.»
Παπανδρέου: «Αντιλαμβάνομαι τον λόγον δια τον οποίον επείγεσθε δια την παραίτησιν.»
Γλύξμπουργκ: «Είναι δεδομένη η παραίτησις».
Παπανδρέου: «Καταλαβαίνω τι έχετε κατά νουν, Μεγαλειότατε.»
Λίγη ώρα μετά την παραίτηση του Παπανδρέου, ορκίστηκε η χαρακτηρισμένη ως πρώτη κυβέρνηση των «Αποστατών», επικεφαλής της οποίας ορίστηκε το στέλεχος της Ενώσεως Κέντρου, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, ενώ οι δρόμοι της Αθήνας κατακλύστηκαν από διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν για την ανατροπή του νόμιμου πρωθυπουργού, κάνοντας λόγο για «βασιλικό πραξικόπημα».
Αυτές οι πολυπληθείς διαδηλώσεις βάφτηκαν με αίμα στις 21 Ιουλίου, μέρα που έχασε τη ζωή του ο φοιτητής Σωτήρης Πέτρουλας, ο οποίος έπεσε νεκρός στη συμβολή των οδών Σταδίου και Εδουάρδου Λω. Σύμφωνα με μαρτυρίες, αστυνομικοί προχώρησαν σε εκτόξευση δακρυγόνων, σημαδεύοντας το εξεγερμένο πλήθος, με ένα από τα δακρυγόνα να πετυχαίνει στο κεφάλι τον 22χρονο.
Αμέσως μετά τον θάνατο του νέου, στήθηκε επιχείρηση απομάκρυνσης της σορού και βιαστικής ταφής, με τον πλήθος των διαδηλωτών και βουλευτών της ΕΔΑ να παρεμβαίνουν και να παραδίδουν το άψυχο σώμα του Πέτρουλα στην οικογένειά του.
Για το επόμενο χρονικό διάστημα, η πολιτική αστάθεια θα είναι συνεχής, με τα ανάκτορα να μην αποδέχονται το αίτημα των αρχηγών των δύο μεγάλων κομμάτων, Γεωργίου Παπανδρέου και Παναγιώτη Κανελλόπουλου να διενεργηθούν εκλογές και τις κυβερνήσεις να εναλλάσσονται μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1965, οπότε ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο Στέφανος Στεφανόπουλος.
Ωστόσο, η πολιτική απορρύθμιση δεν σταμάτησε ποτέ, οδηγώντας σε ένα μαύρο κεφάλαιο για την ιστορία της χώρας, αυτό του πραξικοπήματος της 21ης Ιουλίου 1967 και την επταετή Χούντα.
Η ομιλία του Ανδρέα Παπανδρέου και ο «Εφιάλτης»
Χρόνια αργότερα, σε μια από τις ομιλίες του στη Βουλή, ο Ανδρέας Παπανδρέου αναφέρθηκε στα μελανά χρόνια της περιόδου 1964 – 1967, εξαπολύοντας δριμύτατη κριτική στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον οποίο χαρακτήρισε «Εφιάλτη».
«Είναι χρήσιμο μάθημα για τα νιάτα της χώρας μας που δεν είχαν την πικρή εμπειρία της συνωμοσίας Κόκκα, Χοϊδά, Μητσοτάκη και Γλύξμπουργκ να ανατρέψουν την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου.
Η σύγκρουσή μου με τον κ. Μητσοτάκη δεν αποτελεί προσωπική βεντέτα, θέλω να το καταστήσω σαφές για την ιστορία.
Δεν θα αποδεχόμουν τον κ. Μητσοτάκη ούτε σ’ αυτόν τον ρόλο.
Είναι δικός σας και να τον χαίρεστε! Υπάρχουν μνήμες, συνειδήσεις και ιστορία. Υπάρχει το βασιλικό πραξικόπημα του 1965, όταν το αίτημα ήταν να φύγει ο Γεώργιος Παπανδρέου.
Ήρθαν κατά σειρά ο Νόβας, ο Τσιριμώκος και ο Στεφανόπουλος και υπήρχαν εκείνοι που στήριζαν κυβέρνηση Ένωσης Κέντρου με Στεφανόπουλο πρωθυπουργό, ήταν οι αποστάτες εκείνης της εποχής.
[…] Οι βουλευτές μας μπορούν να ασκούν και δημόσια κριτική, αλλά στέκονται στις επάλξεις και ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζουν τον Εφιάλτη», τόνιζε ο Ανδρέας Παπανδρέου.
@marka2318♬ original sound – Marka1
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ