Με το τρέιλερ της «Φόνισσας» να παίζει εδώ και μήνες ως teaser στις αίθουσες του Φεστιβάλ, το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Έυας Νάθενα μπήκε πολύ γρήγορα στη κατηγορία των sold out της 64ης διοργάνωσης, από τα πρώτα κιόλας λεπτά της προπώλησης. Άλλωστε, με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη πρωταγωνίστρια, δε γινόταν κι αλλιώς!
Από τη Θεσσαλονίκη και το 64ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου ξεκίνησε το ταξίδι της η παρθενική ταινία της Έυας Νάθενα, με τίτλο «η Φόνισσα», μια μεταφορά του ομότιτλου αριστουργήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στη μεγάλη οθόνη.
Της Τάνιας Μοσχοπούλου
Παρουσία της σκηνοθέτριας, πολλών μελών του επιτελείου της και φυσικά της απόλυτης πρωταγωνίστριας, Καριοφυλλιάς Καραμπέτη η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στις ελληνικές αίθουσες, με τη κατάμεστη αίθουσα του «Τζον Κασσαβέτη» να παραχωρεί το πρώτο θετικό feedback, με το ένθερμο χειροκρότημα… διαρκείας.
Έχοντας αναλάβει ένα πολύ δύσκολο έργο, η Έυα Νάθενα κλήθηκε να μεταφέρει στη σκοτεινή αίθουσα την εμβληματική αφήγηση του Παπαδιαμάντη. Την ιστορία, λοιπόν, μιας χήρας που έχει μάθει να επιβιώνει στην ανδροκρατούμενη, πατριαρχική κοινωνία υπηρετώντας αυτό που της μετέδωσε η μητέρα της. Τη καταραμένη «δύναμη» να σκοτώνει όσα βρέφη τυγχάνει να γεννιούνται κορίτσια, για να τα γλιτώσει από τα κακά που θα τους βρουν στη συνέχεια της ζωής τους.
Το σενάριο της Φόνισσας στο μπλοκάκι του Αλεξάντερ Πέιν
Όσοι, λοιπόν, βρέθηκαν στον «Τζον Κασαβέτη» το βράδυ της Δευτέρας, πέρα από το ότι μοιράστηκαν το ίδιο οξυγόνο με το είδωλο της υποκριτικής που ακούει στο όνομα Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, είχαν την ευκαιρία να ακούσουν και ιστορίες από τη γέννηση της ιδέας μέχρι την ολοκλήρωση της ταινίας.
Πρώτη, και κατ΄εμέ πιο ενδιαφέρουσα από όλες, η αποκάλυψη της σκηνοθέτριας πως πριν αποφασίσει να γυρίσει η ίδια την ταινία, το είχε προτείνει στον Αλεξάντερ Πέιν.
Απαντώντας, λοιπόν, στο ερώτημα για το πως γεννήθηκε η ιδέα να «περάσει» στη μεγάλη οθόνη ένα τόσο εμβληματικό έργο του Παπαδιαμάντη, αποκάλυψε πως «Σε μια συζήτηση που είχα με τον Πέιν, του είχα προτείνει μα γυρίσει μια ταινία στην Ελλάδα. Αυτός που είπε δώσε μου ένα καλό σενάριο και θα έρθω. Τότε αμέσως του πρότεινα τη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Έβγαλε το μπλοκάκι του, το σημείωσε και μου έδωσε ένα άτυπο ραντεβού ένα χρόνο αργότερα. Σε ένα χρόνο τον είδα, δεν είχε διαβάσει το αφήγημα και είπα πως δεν πειράζει θα τη κάνει κάποιος άλλος αυτή την ταινία.
Χρόνια αργότερα, ήμασταν με τη Καρυοφυλλιά στο σπίτι μου εν μέσω κορονοϊού χωρίς ελπίδα και ορίζοντα πως θα δουλέψουμε κάποτε ξανά στη ζωή αυτή. Τότε διηγήθηκα αυτή την ιστορία, πετάχτηκε κάποιος από την παρέα και είπε εγώ θα την κάνω. Και μεταξύ αστείου και σοβαρού, το ίδιο βράδυ πήρα τη σεναριογράφο μου, της ζήτησα να ξεκινήσει να γράφει το σενάριο».
Η Εύα Νάθενα σκηνοθετεί τη «Φόνισσα», για να βάλει τέλος στο δικό της διαγενεακό τραύμα
Με τη συζήτηση να γίνεται πιο προσωποκεντρική, η σκηνοθέτρια άνοιξε τα χαρτιά της στο κοινό και μίλησε ανοιχτά για το δικό της διαγενεακό τραύμα. Κάνοντας αναδρομή στο παρελθόν και στη δική της μητέρα που βίωνε μια αντιμετώπιση αντίστοιχη με εκείνη των γυναικών της ταινίας.
«Είχα μελετήσει 10 χρόνια, μοναχικά το αφήγημα. Θα τον ευχαριστώ για πάντα αυτόν τον συγγραφέα γιατί μου έμαθε πολλά που δεν γνώριζα για το δικό μου το τραύμα, το τραύμα όλων μας. Αυτό που παίρνουμε από τους γονείς μας. Ο Παπαδιαμάντης, μέσα από το έργο του, μου έδειξε πως ένα κακοποιημένο παιδί δεν παύει ποτέ να αγαπάει τους γονείς του, παύει όμως να αγαπάει τον εαυτό του
Οι ειδικοί λένε πως αυτή η ηρωίδα, δηλαδή η «Φόνισσα», κάθε φορά που σκότωνε ένα παιδί, αυτοκτονούσε η ίδια. Αυτή η ιστορία εμένα μου μιλάει και μου λέει πολλά.
Δεν το είχα καταλάβει ακριβώς από την αρχή, αλλά έλεγα χαριτολογώντας πως αυτό το αφήγημα με διάβαζε, δεν το διάβαζα εγώ. Μελέτησα το λεγόμενο διαγενεακό τραύμα, γιατί αυτό πραγματεύεται στη πραγματικότητα η ταινία, δηλαδή το τραύμα που πήραν τα κορίτσια από τις μανάδες τους και τελικά έχει περάσει κυτταρικά στη μνήμη αυτού του λαού.
Δεν είχα καταλάβει πως αυτό το τραύμα το φέρω εγώ η ίδια, όταν το 1973 η μητέρα μου που είναι από τη Κρήτη, στο χωριό καταγωγής του πατέρα μου υποτιμήθηκε τόσο φρικτά που έφερε στον κόσμο δύο απανωτά κορίτσια και η δεύτερη ήμουνα εγώ. Αυτή την ιστορία την άκουγα πίσω από ψίθυρους και κλειδαρότρυπες και μια μέρα στις πρόβες την θυμήθηκα.
Στην εφηβεία είχα ρωτήσει την μητέρα μου αν ήταν αληθινή αυτή η ιστορία και μου είπε ως ένιωσε τόσο υποτιμημένη που έφερε στο κόσμο δύο κορίτσια, έκανε τόση προσευχή να τη βοηθήσει ο θεός να φέρει ένα αγόρι. Δεν κατάλαβε εκείνη την ώρα πως άθελά της της πέρασε το δικό της διαγενεακό τραύμα. Τότε κατάλαβα τι κρίκος είμαι στη ζωή. Είμαι ένας κρίκος ανάμεσα στη μητέρα μου και στη κόρη μου, που πρέπει να προσπαθήσω να μην το περάσω αυτό στο παιδί μου. Για αυτό χρειάστηκε να κάνω μια ταινία».
Καρυοφυλλιά Καραμπέτη: «Αισθάνθηκα φόβο και δέος όταν μου έκανε τη πρόταση η Έυα»
Φυσικά, τον λόγο πήρε και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, εστιάζοντας στο πόσο δύσκολο ήταν ένας απλός ηθοποιός- όπως είπε χαρακτηριστικά- να ενσαρκώσει μια προσωπικότητα σαν αυτή της Φόνισσας του Παπαδιαμάντη.
Χαρακτηριστικά, είπε πως:
«Όταν η Εύα την ημέρα της γιορτής της αντί να της κάνω εγώ δώρο μου έκανε εκείνη το δώρο αυτής της πρότασης αισθάνθηκα ένα απίστευτο φόβο, δέος, πως μπορεί ένας απλός ηθοποιός να ερμηνεύσει έναν τέτοιο εμβληματικό ρόλο με τόσα επίπεδα και τόσες αντιφάσεις.
Με τη βοήθεια της Εύας και μέσα από τις δικές της κατευθυντήριες γραμμές, ανακάλυψα και εγώ πως η Χαδούλα (η πρωταγωνίστρια την οποία υποδύεται) δεν είναι απλώς μια εγκληματίας με προσωπική έφεση προς το έγκλημα, αλλά μια βαθιά κακοποιημένη γυναίκα, η οποία «χαρίζει» τον θάνατο στις μικρές γυναίκες, για να τις σώσει από την δύσκολη ζωή που τις περιμένει. Τη ζωή που η ίδια με τόση φρίκη βίωσε.
Τέλος, έκανε λόγο για μια ταινία που δεν αφορά μόνο την υποτίμηση των γυναικών αλλά αποτελεί μια ανθρώπινη κραυγή διαμαρτυρίας. « Ήταν επικίνδυνο μέσα από αυτή την ανθρώπινη προσέγγιση αυτού του ρόλου να θεωρηθεί από τον θεατή πως προσπαθήσαμε να δικαιώσουμε τις πράξεις της, κάθε άλλο όμως. Απλώς προσπαθήσαμε να δείξουμε τον πραγματικό ένοχο , τον ηθικό αυτουργό που δεν είναι παρά η κοινωνική βία, οι κοινωνικές δομές! Αυτές που κάνουν όλους μας δυστυχείς. Γυναίκες και άντρες. Δεν πρέπει να θεωρηθεί πως αυτή είναι μια γυναικεία και φεμινιστική ταινία, είναι μια ανθρώπινη κραυγή διαμαρτυρίας».